Ο Καραγκιόζης, η Κοκκινοσκουφίτσα κι ο Μεγαλέξανδρος... Α, κι ο Μπιρικόκος!
Η ώρα είναι μόλις 5 τα ξημερώματα, και το ξυπνητήρι στο σπίτι του Καραγκιόζη χτυπά σαν δαιμονισμένο... Ο Μπιρικόκος, μες στα νεύρα του που ο μπαμπάκος του συνεχίζει και κοιμάται του καλού καιρού, τον κοιτάζει πονηρά και του λέει :
- Μπαμπάκο, μπαμπάκο, το ξυπνητήλι τύπησε! Θα πάμε για ψαλάκια; Θα μου μάσεις τα δολώματα; Θα μου δείξεις τα σκυλόψαλα; Μετά θα με πας να πέτσω με την Κοκκινοκουφίτσα;
Ο Καραγκιόζης γουρλώνει τα ματια του και του απαντά:
- Αμάν ρε Μπιρικόκο ακόμη δεν ξύπνησα με την τσίμπλα στο μάτι! Πού έχω μπλέξει ο ταλαίπωρος... Κοιμάμαι που κοιμάμαι θεονήστικος, να ξυπνάω κι απ' τ' άγρια χαράματα... Άντε ετοιμάσου και πάμε να φύγουμε!
Πατέρας και γιος έτοιμοι πλέον φεύγουν για το καΐκι.
Η ώρα είναι μόλις 5 τα ξημερώματα, και το ξυπνητήρι στο σπίτι του Καραγκιόζη χτυπά σαν δαιμονισμένο... Ο Μπιρικόκος, μες στα νεύρα του που ο μπαμπάκος του συνεχίζει και κοιμάται του καλού καιρού, τον κοιτάζει πονηρά και του λέει :
- Μπαμπάκο, μπαμπάκο, το ξυπνητήλι τύπησε! Θα πάμε για ψαλάκια; Θα μου μάσεις τα δολώματα; Θα μου δείξεις τα σκυλόψαλα; Μετά θα με πας να πέτσω με την Κοκκινοκουφίτσα;
Ο Καραγκιόζης γουρλώνει τα ματια του και του απαντά:
- Αμάν ρε Μπιρικόκο ακόμη δεν ξύπνησα με την τσίμπλα στο μάτι! Πού έχω μπλέξει ο ταλαίπωρος... Κοιμάμαι που κοιμάμαι θεονήστικος, να ξυπνάω κι απ' τ' άγρια χαράματα... Άντε ετοιμάσου και πάμε να φύγουμε!
Πατέρας και γιος έτοιμοι πλέον φεύγουν για το καΐκι.
Την ίδια ώρα η Κοκκινοσκουφίτσα, συμμαθήτρια και η κολλητή του Μπιρικόκου, ξεκινούσε για τη γιαγιάκα της, κρατώντας το καλαθάκι της.
Στο μεταξύ ο Καραγκιόζης με τον Μπιρικόκο είχαν ανοιχτεί στη θάλασσα, περιεργάζονταν το βυθό και ο Καραγκιόζης, μεγάλο ταλέντο στο ψάρεμα, έδειχνε στον μικρό διάφορα είδη δολωμάτων που ταιριάζουν στο ψάρεμα διαφορετικών ψαριών.
Ξαφνικά, άκουσαν από τη στεριά την λαχανιασμένη και απεγνωσμένη φωνή της Κοκκινοσκουφίτσας:
- Βοήθεια, βοήθεια, με κυνηγά ο κακός ο λύκος, βοήθεια, σώστε με!
Τότε ο Μπιρικόκος συνειδητοποιώντας ότι η κολλητή του κινδυνεύει φώναξε στο μπαμπά του:
- Πατέλα, πατέλα πάμε να την σώσουμε σαν άντλες!!!!
Ο Καραγκιόζης άρχισε να τραβά κουπί γρήγορα για να φτάσουν στην ακτή. Ο Καραγκιόζης με τον κανακάρη του μ' ένα σάλτο από το καΐκι βρέθηκαν στην αμμουδιά, πλάκωσε το λύκο στις ψιλές, όπου φύγει-φύγει ο λύκος, κι έτσι πιο σύντομα απ' όσο το φανταζόταν, η Κοκκινοσκουφίτσα βρισκόταν στο καΐκι, ήρεμη και ανακουφισμένη.
Ξαφνικά, άκουσαν από τη στεριά την λαχανιασμένη και απεγνωσμένη φωνή της Κοκκινοσκουφίτσας:
- Βοήθεια, βοήθεια, με κυνηγά ο κακός ο λύκος, βοήθεια, σώστε με!
Τότε ο Μπιρικόκος συνειδητοποιώντας ότι η κολλητή του κινδυνεύει φώναξε στο μπαμπά του:
- Πατέλα, πατέλα πάμε να την σώσουμε σαν άντλες!!!!
Ο Καραγκιόζης άρχισε να τραβά κουπί γρήγορα για να φτάσουν στην ακτή. Ο Καραγκιόζης με τον κανακάρη του μ' ένα σάλτο από το καΐκι βρέθηκαν στην αμμουδιά, πλάκωσε το λύκο στις ψιλές, όπου φύγει-φύγει ο λύκος, κι έτσι πιο σύντομα απ' όσο το φανταζόταν, η Κοκκινοσκουφίτσα βρισκόταν στο καΐκι, ήρεμη και ανακουφισμένη.
Το μάθημα της ψαρικής συνεχίστηκε πια με τα 2 πιτσιρίκια μέχρι που...
Από το πουθενά εμφανίστηκε μια γοργόνα με την απορία:
- Ζει ο βασιλιάς Αλεξανδρος;
Ο Μπιρικόκος που ήξερε την ιστορία της απάντησε:
- Ζει και βασιλεύει και τον κόσμο κυριεύει!
Η Κοκκινοσκουφίτσα όμως σαν πνεύμα αντιλογίας που ήταν απάντησε λέγοντας:
-Τι βλακείεθ είναι αυτά που λεθ, αυτόθ έχει πεθάνει εδώ και εμ..., εμ..., ε..., 23 αιώνεθ!
Η γοργόνα οργισμένη ήταν έτοιμη να αναποδογυρίσει το καΐκι.
Ο Καραγκιόζης όμως για να σώσει την κατάσταση της αποκρίθηκε:
- Καλέ μην δίνεις σημασία, παιδιά είναι, η φαντασία τους οργιάζει...!
Η γοργόνα δεν φάνηκε να πείθεται, έτοιμη ήτανε να τους βουλιάξει...
Τότε ξεπρόβαλε από τον ουρανό ένα πνεύμα! Το πνεύμα του Μ.Αλεξάνδρου που έλεγε στην αδερφή του:
- Αδερφή μου, μην οργίζεσαι και μην στεναχωριέσαι, μπορεί το σώμα μου να έχει πεθάνει αλλά το όνομά μου μένει αθάνατο τόσους αιώνες! Γι’αυτό και μην ταράζεις τα πελάγη και τους ωκεανούς.
Και με αυτά τα λόγια η γοργόνα ξεθύμωσε και άφησε τον Καραγκιόζη, το νεαρό ζευγάρι, την Κοκκινοσκουφίτσα και τον Μπιρικόκο, να ζήσουν...
Και ζήσαν αυτοί καλά και εμείς πολύ χειρότερα.
Από το πουθενά εμφανίστηκε μια γοργόνα με την απορία:
- Ζει ο βασιλιάς Αλεξανδρος;
Ο Μπιρικόκος που ήξερε την ιστορία της απάντησε:
- Ζει και βασιλεύει και τον κόσμο κυριεύει!
Η Κοκκινοσκουφίτσα όμως σαν πνεύμα αντιλογίας που ήταν απάντησε λέγοντας:
-Τι βλακείεθ είναι αυτά που λεθ, αυτόθ έχει πεθάνει εδώ και εμ..., εμ..., ε..., 23 αιώνεθ!
Η γοργόνα οργισμένη ήταν έτοιμη να αναποδογυρίσει το καΐκι.
Ο Καραγκιόζης όμως για να σώσει την κατάσταση της αποκρίθηκε:
- Καλέ μην δίνεις σημασία, παιδιά είναι, η φαντασία τους οργιάζει...!
Η γοργόνα δεν φάνηκε να πείθεται, έτοιμη ήτανε να τους βουλιάξει...
Τότε ξεπρόβαλε από τον ουρανό ένα πνεύμα! Το πνεύμα του Μ.Αλεξάνδρου που έλεγε στην αδερφή του:
- Αδερφή μου, μην οργίζεσαι και μην στεναχωριέσαι, μπορεί το σώμα μου να έχει πεθάνει αλλά το όνομά μου μένει αθάνατο τόσους αιώνες! Γι’αυτό και μην ταράζεις τα πελάγη και τους ωκεανούς.
Και με αυτά τα λόγια η γοργόνα ξεθύμωσε και άφησε τον Καραγκιόζη, το νεαρό ζευγάρι, την Κοκκινοσκουφίτσα και τον Μπιρικόκο, να ζήσουν...
Και ζήσαν αυτοί καλά και εμείς πολύ χειρότερα.