Φέτο το καλοκαιράκι
κυνηγούσα ένα πουλάκι,
κυνηγούσα λαχταρούσα
να το πιάσω δεν μπορούσα.
Άντε κι έστησα την ξόβεργά μου
κι ήρθε το πουλί κοντά μου.
Από την πολύ χαρά μου
ήθελα για να πετάξω
και στους ουρανούς να φτάσω,
άγγελο να κατεβάσω
και την θάλασσα ν' αδειάσω
να την κάνω περιβόλι.
Άντε να φυτέψω λεμονίτσες,
όμορφες τριανταφυλλίτσες.
Την Δευτέρα τις φυτεύω
και την Τρίτη τις κλαδεύω,
άντε την Τετάρτη βγάζουν φύλλα
και την Πέμπτη κάνουν μήλα.
Την Παρασκευή το βράδυ
ήρθε κλέφτης να τα πάρει.
Άντε κλέφτη μου μην κλέφτεις μήλα
μην κορφολογάς τα φύλλα,
τα 'χει ο αφέντης μετρημένα
πέντε-πέντε κι ένα-ένα
στο τεφτέρι του γραμμένα.
...................................................................................................................................
ΑΕΡΙΚΟ
Όλα του κόσμου τα πουλιά όπου κι αν φτερουγίσαν,
όπου κι αν χτίσαν τη φωλιά, όπου κι αν κελαηδήσαν,
εκεί που φτερουγίζει ο νους, εκεί που ξημερώνει,
μαργώνουν* τα πουλιά της γης κι ούτ' ένα δε ζυγώνει.
ΕΠΩΔΟΣ: Σαν αερικό θα ζήσω, σαν αερικό.
Ανάσα είναι καυτερή και στέπα του Καυκάσου**
η σκέψη που παραμιλά και λέει τα όνειρά σου.
Κι όσες κι αν χτίζουν φυλακές κι αν ο κλοιός στενεύει,
ο νους μας είναι αληταριό που όλο θα δραπετεύει.
ΕΠΩΔΟΣ: Σαν αερικό θα ζήσω, σαν αερικό.
*: μαργώνουν = ξεπαγιάζουν (προφανώς γιατί είναι πολύ ψηλά κι εκεί κάνει πολύ κρύο, όπως στον Καύκασο που αναφέρει μετά το ποίημα)
**: στέπα του Καυκάσου, (αναφέρεται στον Καύκασο στην κορφή του οποίου βασανίστηκε τιμωρημένος από τους Θεούς ο Προμηθέας / αυτός κι αν είχε νου "αληταριό", αυτουνού κι αν δεν "φτερούγιζε" το μυαλό, κι αν δεν παραμιλούσε η σκέψη)