Παρασκευή 30 Ιουλίου 2010

"Find Your Love" by Drake




FIND YOUR LOVE - Lyrics



I'm more than just an option
Hey, Hey, Hey
Refuse to be forgotten
Hey, Hey, Hey
I took a chance with my heart
Hey, Hey, Hey
And I feel it taking over

[Chorus]
I better find your love and
I better find your heart
I better find your love and
I better find your heart
I better find your love and
I better find your heart
I bet if I give all my love
Then nothings gonna tear us apart
I’m more than just a number
Hey, Hey, Hey
I doubt you’ll find another
Hey, Hey, Hey
So every single summer
Hey, Hey, Hey
I be the one that you remember

[Chorus]
Drake Find Your Love lyrics found on http://www.directlyrics.com.com/drake-find-your-love-lyrics.html
And I better find your lovin
I better find your heart
I better find your love and
I better find your heart
I better find your love and
I better find your heart
I bet if I give all my love,
Then nothings gonna tear us apart
It’s more than just a mission
Hey, Hey, Hey
You hear but you don’t listen
Hey, Hey, Hey
You better pay attention
Hey, Hey, Hey
And get what you been missing

[Chorus]
Too many times I’ve been wrong
I guess being right takes too long
I’m done waiting, theres nothing left to do
But give all I have to you and
I better find your love and
I better find your heart
I better find your love and
I bet if I give all my love,
Then nothings gonna tear us apart
I bet if I give all my love,
Then nothings gonna tear us apart

Πέμπτη 29 Ιουλίου 2010

Η Ελλάδα, χώρα ποιητών*...




ΤΟ ΚΟΧΥΛΙ  

Ένα ποίημα του ΟΔΥΣΣΕΑ ΕΛΥΤΗ μελοποιημένο από την Μαρία Βουμβάκη (βλ. και άκου το [α] κλιπ) και από τον Μιχ. Τρανουδάκη (τραγουδάει η Αφροδίτη Μάνου, [β] κλιπ)




[ α ]



ΤΟ ΚΟΧΥΛΙ


Έπεσα για να κολυμπήσω
κι άφησα την καρδιά μου πίσω


Άφησα την καρδιά μου χάμω
σαν το κοχύλι μες στην άμμο


Πέρασαν όλες οι κοπέλες
με τα μαγιό και τις ομπρέλες 


Ύστερα πέρασαν οι φίλοι
κανείς δεν βρήκε το κοχύλι


Χρόνους και χρόνους κολυμπάω
πού ναν' η αγάπη για να πάω


Έφαγε η θάλασσα το βράχο
κι έμεινε το νησί μονάχο




[ β ]


   *: Από σήμερα λέω να ξεκινήσουμε  μια καινούρια ετικέτα που θα έχει σχέση με την μελοποιημένη ποίηση. Με ποιήματα δηλαδή που Έλληνες και ξένοι μουσικοί τραγούδησαν θέλοντας ν' αναδείξουν τη μουσικότητα που αυτά τα δημιουργήματα λόγου έκρυβαν μέσα τους. 
   Από τα πρώτα κιόλας χρόνια της εμφάνισής του στη γη, ο άνθρωπος εξέφρασε τα αισθήματά του με τραγουδισμένη ποίηση... Ναι, μη σας φαίνεται παράξενο, τα πρώτα ποιήματα που έφτιαξε ο άνθρωπος ήταν τραγούδια που συνόδευαν τις ασχολίες της καθημερινότητάς του. Τραγούδια σκάρωνε όταν δούλευε στα χωράφια, όταν κωπηλατούσε στη θάλασσα, στις λίμνες και στα ποτάμια, τραγούδια όταν πήγαινε η μια φυλή να πολεμήσει την άλλη, τραγούδια σκάρωνε για να υμνήσει τον έναν ή τους περισσότερους θεούς του, τραγούδια για να κοιμίσει το παιδί του, τραγούδια για τους γάμους του, τραγούδια για να θρηνήσει την απώλεια των αγαπημένων του νεκρών. Μην ξεχνάτε ότι η Ιλιάδα και η Οδύσσεια, από τα πρώτα ποιήματα της δικής μας αλλά και της παγκόσμιας λογοτεχνίας , τραγουδιόνταν από τους αοιδούς με τη συνοδεία λύρας.
   Είναι αλήθεια ότι το σχολείο μας, από τα πρώτες μέχρι τις τελευταίες βαθμίδες του (νηπιαγωγείο μέχρι λύκειο) περιστασιακά μόνο και μέσα από μια στεγνή διαδικασία μάθησης καλλιεργεί τη σχέση μας με την ποίηση. Το be school in Greece με την καινούργια ετικέτα του φιλοδοξεί απλώς να βοηθήσει στην απόλαυση της ποίησης από τα παιδιά και των τριών βαθμίδων της εκπαίδευσης και το να τραγουδάμε τα ποιήματα είναι μάλλον ένας πιο ελκυστικός τρόπος από το να τα αναλύουμε και να τα προσεγγίζουμε ως γνώση ή σαν πληροφορία.
   Αρχίζουμε λοιπόν με ένα "καλοκαιρινό" ποίημα του Οδυσσέα Ελύτη (Νόμπελ Λογοτεχνίας 1979) που μελοποίησαν πρώτα ο Μιχάλης Τρανουδάκης (1979, παρακαλώ!) και μετά η Μαρία Βουμβάκη (2006). Αλήθεια, ποια προσπάθεια σας άρεσε περισσότερο; Ποια νομίζετε ότι ταιριάζει με την ατμόσφαιρα του ποιήματος; Για γράψτε μου την προτίμησή σας. Καλά να περάσετε τις υπόλοιπες μέρες του καλοκαιριού!        

Κυριακή 18 Ιουλίου 2010

Άλλο ένα βιβλίο για το καλοκαίρι : "Φλας στον δολοφόνο" των Liliane Korb και Lawrence Lefevre (εκδόσεις "Άγρα") Μιλάμε για πολλή αγωνία !

   
 Πρώτη προειδοποίηση

 Καταδίωξη μέχρι θανάτου


Δύο μουσικές*, έτσι, για να μπείτε στην ατμόσφαιρα της αστυνομικής νουβέλας που σας προτείνει σήμερα το Be School - κάντε κλικ στους υπογραμμισμένους τίτλους, και ακούστε τις διαβάζοντας συγχρόνως την περίληψη και το απόσπασμα που διαλέξαμε για σας. Αν διαβάσετε και το βιβλίο (που είναι και μικρό και φθηνό), είμαστε σίγουροι ότι θα "γλιστρήσετε" μαλακά στην ατμόσφαιρα της αγωνίας και του μυστηρίου που θα "ζωντανέψει" με τη βοήθεια και της δικής σας φαντασίας. Καλή απόλαυση και καλό καλοκαίρι ι ι ι ι...!
.............................................................................................................................



  ΛΙΓΑ ΛΟΓΙΑ ΓΙΑ ΤΟ ΒΙΒΛΙΟ:  Ο Πήτερ Ουίτμαν, ο πατέρας του 16χρονου Τζόναθαν, είναι φωτογράφος. Κατά τη διάρκεια μιας δεξίωσης, φωτογραφίζει εν αγνοία του το δολοφόνο μιας διασημότητας. Λίγες μέρες αργότερα, ο Πήτερ εξαφανίζεται. Ο Τζόναθαν με τη βοήθεια της φιλενάδας Λοΐς, διασχίζει με τα ρόλλερ του τους δρόμους και τα περίχωρα του Παρισιού, σε μια έρευνα γεμάτη παγίδες και επικίνδυνους κακοποιούς. 


"...Θα ήθελα να μιλήσω στον Ραούλ, έρχομαι εκ μέρους του Σερζ Ντενιζό.
   Ο άνδρας άφησε με νηφαλιότητα το βιβλίο στη θέση του και κατάπληκτος γύρισε να κοιτάξει τον Τζόναθαν.
   - Τον Ραούλ; Τον έχεις μπροστά σου. Ο κατεργάρης ο μπαρμπα-Σερζ! Τι μπορεί να με θέλει;
   - Πριν από λίγο ένιωσε μια αδιαθεσία στο γραφείο στοιχημάτων. Ο πατέρας μου εργάζεται σερβιτόρος εκεί και είχα περάσει να τον δω. Δεν ξέραμε ποιον να ειδοποιήσουμε και ψάχνοντας στις τσέπες του βρήκαμε το όνομα και τη διεύθυνσή σας. 
   Ο Τζόναθαν διηγήθηκε την πρώτη ιστορία που του ήρθε στο μυαλό. Μόλις τελείωσε είχε ήδη μετανιώσει που δεν είχε επινοήσει κάποια καλύτερη. Η ανήσυχη και ταυτόχρονα εύθυμη έκφραση του άνδρα τον καθησύχασε.
   - Αδιαθεσία; Στοιχηματίζω ότι θα είχε ξεχάσει πάλι να πάρει τα φάρμακά του, ο γεροπαλαβιάρης! Α, δεν είναι εύκολο να γερνάει κανείς, ξαναγίνεται απρόσεχτος σαν παιδί! Καλά με στεναχωρεί που λιποθύμισε και με ευχαριστεί που είχε τη διεύθυνσή μου μαζί του. Αυτό αποδεικνύει ότι με αγαπά, έστω κι αν δεν μαθαίνω συχνά νέα του! Θα πάω να ρίξω μια ματιά. Πού είναι το μαγαζί;
   - Λανκρύ και Σατώ ντ' Ω γωνία, στάση Δημοκρατίας.
   - Υπάρχει όμως ένα μικρό πρόβλημα. Εγώ θεωρητικά φυλάω αυτό το μέγαρο. Λοιπόν, όσο θα απουσιάζω, θα πρέπει να με αντικαταστήσεις.
   - Μην αργήσετε, γιατί ο πατέρας μου θα ανησυχήσει.
   - Θα τον ειδοποιήσω εγώ, εφ' όσον εργάζεται εκεί. Πώς είπες ότι τον λένε;
   - Τζόναθαν.... Τζόναθαν Ρεμπεβάλ.
   Ο Ραούλ άρπαξε το σακάκι από το ράντζο και κατευθύνθηκε προς την πόρτα. Προφανώς δεν είχε καμία σχέση με αυτήν την ιστορία, ειδάλλως δεν θα έσπευδε στο γραφείο στοιχημάτων. Μόλις ο Ραούλ απομακρυνόταν από το γυμναστήριο, ο Τζόναθαν θα το έσκαγε. Δεν είχε σκοπό να βρίσκεται εκεί όταν θα επέστρεφε ο άνδρας έξαλλος για την ανώφελη ταλαιπωρία του.
   - Λοιπόν, θα τα πούμε σε λίγο, μικρέ. Να προσέχεις το δωμάτιό μου.
   Ο άνδρας έκλεισε την πόρτα με δύναμη. Ο Τζόναθαν άκουσε το κλειδί να γυρίζει στην κλειδαριά. Η καρδιά του πήγε να σπάσει. Πιάστηκε σαν τον ποντικό στη φάκα!
   Χτύπησε τις γροθιές του στη σιδερένια πόρτα με μοναδικό αποτέλεσμα να γδάρει τα δάχτυλά του. Κόλλησε το αυτί του στον τοίχο και άκουσε τον Ραούλ που μιλούσε και πάλι στο τηλέφωνο. 
   - Σιμόν, εσύ είσαι; Μόλις παγίδευσα το παιδί με τα ρόλλερ. Ισχυρίζεται ότι είδε τον Ντενιζό στο καφέ.  Πού βρήκε τη διεύθυνσή μου;... Έρχομαι. Όχι, δεν υπάρχει κίνδυνος, τον κλείδωσα στο υπόγειο, η κλειδαριά είναι ασφαλείας. Δεν θα τον ακούσει κανείς, είναι Κυριακή σήμερα. Πρέπει να καταστρώσουμε ένα σχέδιο για τον φωτογράφο, πρέπει να πάρω πίσω τα αρνητικά.
   Ο τύπος απομακρύνθηκε. Ο Τζόναθαν έτρεξε στο φεγγίτη αλλά δεν μπορούσε να σκαρφαλώσει. Με μια κίνηση αναποδογύρισε τα πάντα, βιβλία, σταχτοδοχείο, μπαγκέτα, καμαμπέρ, κλότσησε το ένα κοβώτιο στον τοίχο και ανέβηκε πάνω. Δεν μπορούσε να δει παραπάνω από πενήντα εκατοστά μακριά. Άκουσε ένα μικρό βουητό. Ανασηκώθηκε στις μύτες των ποδιών του και ανάμεσα σε δυο μαδέρια του φράχτη που δεν ήταν καλά στερεωμένα μεταξύ τους, είδε μια πράσινη αστραπή να περνά. Το αυτοκίνητο που είχε χτυπήσει τον Σερζ Ντενιζό ήταν κι αυτό πράσινο...
   Πανικόβλητος, κατέβηκε από το κιβώτιο, έτρεξε στην πόρτα και άρχισε να την κλοτσά. Αποκαμωμένος, σωριάστηκε στο πάτωμα και το βλέμμα του προσηλώθηκε στην κλειδαριά. Η πόρτα δεν έκλεινε ερμητικά, κάποιο ελάττωμα εμπόδιζε τον σύρτη να εισχωρήσει ολόκληρος στην κλειδαριά. Σηκώθηκε και ξανάρχισε να τη χτυπά σαν τρελός και να κουνά το πόμολο. Μάταια όμως.
   - Βοήθεια! Ελευθερώστε με! Θέλω να βγω!
   Οι κραυγές του έσκιζαν τη σιωπή, η οποία επανήλθε μόλις σώπασε. Απογοητευμένο, κάθισε στο ράντζο. Πόσο ηλίθιος ήταν να χωθεί με αυτόν τον τρόπο στο στόμα του λύκου!..."   


* Ερώτηση: Ποιος έχει γράψει τα δυο μουσικά κομμάτια στην αρχή της σημερινής μας ανάρτησης; Έλληνας ή ξένος συνθέτης; Και ποιος; Στείλτε την απάντησή σας, και μεις θα σας την αποκαλύψουμε μεθαύριο, Τρίτη 20 του μηνός...  

Πέμπτη 15 Ιουλίου 2010

Ένα αστείο βιβλίο για το καλοκαίρι: "Ρωμαίος και Ιουλιέττα μαζί και ζωντανοί επιτέλους" του Έιβι (εκδόσεις Πατάκη)...



Ένα μικρό απόσπασμα από το βιβλίο... Αναζητήστε το - θα περάσετε καλά!


"...Στις δέκα το βράδυ μου τηλεφώνησε ο Σαλτς.
- Θέλω να σου ζητήσω κάτι, είπε.
- Πες μου.
- Κάτι για το έργο.
- Ό,τι θέλεις.
- Μου 'ρχεται δύσκολο.
- Ξεκίνα το.
- Κοίτα, πρέπει να...
- Τι;
- Ε, ξέρεις...
- Άντε, πες το! φώναξα.
- Να, εγώ... ο Ρωμαίος...πρέπει... να φιλήσω... την Ιουλιέττα.
- Σίγουρα. Δυο φορές.
   Έγινε μια μεγάλη παύση. Μετά ο Σαλτς είπε:
- Δεν ξέρω πώς.
- Ποιο πράγμα πώς;
- Μόλις σου το 'πα.
- Το φίλημα;
- Ναι. Το φίλημα.
- Ποτέ πριν δε φίλησες καμιά;
- Όχι έτσι. Εσύ;
- Ούτε κι εγώ, παραδέχτηκα.
- Τότε, εντάξει. Πώς θα το κάνω λοιπόν;
- Απλώς... το κάνεις. Πρέπει να το έχεις δει στην τηλεόραση ένα εκατομμύριο, ένα δισεκατομμύριο φορές. Όλο αυτό κάνουν.
- Αν είσαι τόσο σίγουρος, εξήγησέ μου πώς.
- Εντάξει, βασικά υγραίνεις τα... χείλη σου...
- Και;
- Σαν να ρουφάς.
- Ρουφάω;
- Άκου με! Αυτά θα κάνεις. Και τα δυο. Τότε... Άντε τώρα. Ξέρεις!
- Ειλικρινά δεν ξέρω. Το σκεφτόμουν και ξαφνικά κατάλαβα πως δεν ξέρω. Δηλαδή, μπορεί να το λένε στα κορίτσια, αλλά κανένας δεν το λέει σ' εμάς τ' αγόρια.
- Λοιπόν, εντάξει. Εσύ κάνε όλα αυτά που σου λέω, εντάξει;
- Υγραίνω και ρουφώ...
- Ακριβώς και τότε...
- Για πες.
- Ακουμπάς το στόμα σου στο...δικό της.
- Κι αν φτύσει;
- Θ' ακούσεις τώρα;
- Ή αν ρευτεί; Θέλω να πω, είναι περίεργο, δεν είναι;
- Μπα, δεν είναι.
- Γιατί;
- Γιατί αρέσει στους ανθρώπους - στους περισσότερους.
- Ίσως μόνο έτσι να λένε. Να 'ναι μόνο ενθουσιασμός της στιγμής, που μετά ξεφτίζει.
- Σαλτς, για έργο πρόκειται. Πρέπει να το παίξεις.
- Θα 'ναι δύσκολο.
   Σκέφτηκα μια στιγμή.
- Έχει η αδερφή σου καμιά πάνινη κούκλα;
- Μου φαίνεται.
- Κάνε πρόβες μαζί της.
- Αυτό είναι αρρωστημένο. Πραγματικά αρρωστημένο.
- Τότε δοκίμασε με το σκυλί σου.
- Μερικές φορές, Σίτροου, είσαι πραγματικά ανατριχιαστικός!
- Προσπαθώ να σε βοηθήσω. Φίλος σου είμαι!
- Και τι φίλος ! φώναξε κι έκλεισε το τηλέφωνο...




  Παιδιά του γυμνασίου θέλουν ν' ανεβάσουν το "Ρωμαίος και Ιουλιέττα", το σπουδαίο έργο του Ουίλλιαμ Σαίξπηρ, στο θεατράκι του σχολείου τους. Ένα παιδί προσπαθώντας να βοηθήσει κάποιο άλλο, προκαλεί, χωρίς να το θέλει, την αντιζηλία κάποιου τρίτου παιδιού. Όλα στο τέλος θα ξεχαστούν γιατί τίποτα δεν γίνεται σκόπιμα. Το μόνο που θα θυμούνται οι ήρωες, αλλά και οι αναγνώστες, είναι οι αστείες καταστάσεις και οι γκάφες, που έγιναν από την προετοιμασία μέχρι και το τελευταίο χειροκρότημα της παράστασης :



"...Το κοινό πραγματικά χειροκροτούσε.
   Πιθανόν επειδή είχε τελειώσει το έργο..."



Η μετάφραση του βιβλίου του Έιβι είναι από την κ. Ιωάννα Καρατζαφέρη και είναι εξαιρετική.








I'M ON FIRE - Bruce Springsteen


Hey little girl is your daddy home
D
id he go away and leave you all alone
I got a bad desire
Im on fire

Tell me now baby is he good to you
Can he do to you the things that I do
I can take you higher
Im on fire

Sometimes it's like someone took a knife baby
Edgy and dull and cut a six-inch valley
Through the middle of my soul

At night I wake up with the sheets soaking wet
And a freight train running through the
Middle of my head
Only you can cool my desire
Im on fire



Ένα ωραίο τραγουδάκι που το ζήλεψαν αρκετοί (άντρες και γυναίκες) και το είπαν μετά την α' εκτέλεση του Springsteen. Εδώ τώρα το λέει η Tori Amos -  έτσι, για να μην μείνουν παραπονεμένα τα κορίτσια.




Παρασκευή 9 Ιουλίου 2010

Καλό το θέαμα, καλή η μπάλα, αλλά να βλέπουμε και με τα μάτια του μυαλού/α, ναι και με τα μάτια της ψυχής: με δικαιοσύνη και καλοσύνη... ΠΟΤΕ ΞΑΝΑ ΡΑΤΣΙΣΜΟΣ!

Ελευθεροτυπία, Πέμπτη 8 Ιουλίου 2010

Η Εθνική της Γερμανίας, καθρέφτης της νέας ζωής

Η τελευταία γραμματέας του Χίτλερ λέει κάπου στα απομνημονεύματά της ότι τα όσα πίστευε για τις θεωρίες του φίρερ κλονίστηκαν, όταν κατάλαβε πως όσα της έλεγε, για τον τρόπο που θα αναγκάζονταν να ζήσουν οι Γερμανοί στην περίπτωση που το Τρίτο Ράιχ έχανε τον πόλεμο, δεν είχαν καμία σχέση με την πραγματικότητα που αντιμετώπισε.
Η σημερινή πραγματικότητα της Γερμανίας καθρεφτίζεται στην εθνική της ποδοσφαιρική ομάδα. Οχι ένας και δύο, αλλά δέκα από τους παίκτες δεν είναι «καθαροί» Γερμανοί. Ο Κακάου έχει καταγωγή από τη Βραζιλία. Ο Κλόζε, ο Ποντόλσκι και ο Τροχόφσκι είναι μετανάστες από την Πολωνία. Ο Αόγκο είναι από Νιγηριανό πατέρα. Ο Μπόατενγκ από Γκανέζο. Ο Οζίλ και ο Τάσκι γεννημένοι από Τούρκους γονείς. Ο Κεντίρα από πατέρα Τυνήσιο. Και ο Μαρίν παιδί των βομβαρδισμών της ενιαίας Γιουγκοσλαβίας.
Το πιο συγκλονιστικό απ' όλα: Ο προπονητής της εθνικής ομάδας είναι καραπατενταρισμένος Γερμανοεβραίος: Ιωακείμ Λεβ!
Το γεγονός προκαλεί εντύπωση, επειδή ακριβώς συμβαίνει στη Γερμανία. Και οι Ελβετοί, ας πούμε, παρουσιάζουν παρόμοια εθνική ομάδα και οι Γάλλοι έχουν ελάχιστους «καθαρόαιμους» Γάλλους μέσα, αλλά εκεί το βλέπουν σαν κάτι συνηθισμένο, παρά τις κορόνες που είχε βγάλει κάποτε ο ακροδεξιός Λεπέν, χωρίς κανένας να του δώσει ιδιαίτερη σημασία.
Το θέμα είναι, λοιπόν, ότι συμβαίνει στη Γερμανία. Και το ακόμη πιο εντυπωσιακό, ότι κανένας, μα κανένας, όχι απλά δεν ενοχλείται, μα ούτε καν ασχολείται. Ούτε οι τηλεοράσεις ούτε οι εφημερίδες ούτε οι ακραίοι πολιτικοί ούτε ο κόσμος. Ειδικά ο απλός κόσμος έχει αφομοιώσει τόσο πολύ και θεωρεί στον υπερθετικό συμπατριώτες του όλους αυτούς τους πρόσφυγες και τους μετανάστες, που δεν δίνει καμιά σημασία σ' αυτό που (περισσότερο εμείς οι απ' έξω) σχολιάζουμε.
Θα έχετε δεί πιθανότατα στην τηλεόραση δηλώσεις απλών ανθρώπων στον δρόμο: «Εχουμε την καλύτερη Γερμανία όλων των εποχών». Ή «παίζουμε το καλύτερο ποδόσφαιρο». Στέκονται μόνο στην μπάλα που βλέπουν. Δεν νιώθουν καμιά ανάγκη να δώσουν εθνικιστικές, ή ρατσιστικές προεκτάσεις στο φαινόμενο. Τους φτάνει που είναι παιδιά της γερμανικής ποδοσφαιρικής σχολής και νοοτροπίας.
Δεν νοιάζονται για τα χρώματα, τις θρησκείες και τις άλλες ιδιαιτερότητες που θα μπορούσαν να κρύβονται κάτω από τη φανέλα. Κανένα πρόβλημα (ας πούμε) που ο Μπόατενγκ της Γκάνας είναι αδελφός του δικού τους Μπόατενγκ από άλλη μάνα και έπαιξαν αντίπαλοι οι δυο τους στο μεταξύ τους παιχνίδι.
Ολα αυτά, όταν 65 χρόνια πριν χάθηκαν εκατομμύρια άνθρωποι, πολλές φορές σε συνθήκες φρίκης, για να «αποδειχθεί» ότι οι Γερμανοί είναι «καθαροί», «ανώτεροι», «ξεχωριστοί» και «πάνω απ' όλους».
Κι είναι τώρα οι ίδιοι οι γιοι και τα εγγόνια εκείνων, που καταλαβαίνουν πόσο σαχλαμάρες θεωρίες ήταν όλα αυτά, ή πόσο όμορφα ζουν ο ένας δίπλα στον άλλο.
Η εκδίκηση της ίδιας της ζωής...

Τρίτη 6 Ιουλίου 2010

Πάλι για το Μουντιάλ. "Ελευθεροτυπία" (6/7/2010)

Μεγάλα μυστικά

Υποτίθεται ότι ο πρόωρος αποκλεισμός της Βραζιλίας και της Αργεντινής από το Μουντιάλ στέρησε από την ποδοσφαιρόφιλη ανθρωπότητα θέαμα και συγκινήσεις που μόνο αυτές οι δύο ομάδες, χάρη στην «τεράστια κλάση» των παικτών τους, μπορούν να προσφέρουν.
Ομως οι ειδικοί του ποδοσφαίρου μέχρι στιγμής αδυνατούν να εξηγήσουν με πειστικό τρόπο πώς και γιατί συνέβη αυτό το «μεγάλο κακό», για το οποίο εκατομμύρια άνθρωποι χύνουν ακόμα και σήμερα ποταμούς δακρύων.
ΚΑΙ αυτό νομίζω ότι συμβαίνει γιατί η πλήρης εξήγηση του φαινομένου περνάει μέσα από την αναγκαστική απομυθοποίηση των μεγάλων σταρ του ποδοσφαίρου και την αποκάλυψη των αδυναμιών του παγκόσμιου (και ειδικότερα του ευρωπαϊκού) ποδοσφαιρικού συστήματος, το οποίο λειτουργεί με προσανατολισμό το χρήμα και όχι το άθλημα και τον ποδοσφαιριστή. Και όπως αντιλαμβάνεται κανείς, αυτή η απομυθοποίηση έχει κόστος που οι περισσότεροι προσπαθούν να μην αναλάβουν.
ΚΙ όμως, τα πράγματα είναι πολύ απλά, καθώς το ποδόσφαιρο είναι ομαδικό και όχι ατομικό σπορ, οι δε ποδοσφαιριστές άνθρωποι και όχι μηχανές.
Η Αργεντινή λοιπόν, που, με επικεφαλής τον Μέσι, διαθέτει τον μεγαλύτερο γαλαξία αστέρων, έχασε γιατί δεν είναι ομάδα, με την έννοια της κατεύθυνσης, του συστήματος και της προετοιμασμένης συνεργασίας. Παρ' όλα αυτά κατά τη διάρκεια του αγώνα με τη Γερμανία κάποιοι έψαχναν τη λύση στις αλλαγές παικτών και τη γενικότερη αντίδραση του πάγκου, που όμως τίποτα δεν θα μπορούσαν να αποφέρουν. Γιατί, απλούστατα, η ομάδα του Μαραντόνα έπαιζε, με βάση τον Μέσι, το σύστημα «απόψε αυτοσχεδιάζουμε», που στηριζόταν στο ταλέντο και το ένστικτο των παικτών της. Ενώ αντίθετα η Γερμανία, αν και με πολύ μικρότερα ονόματα, είχε στρατηγική, σύστημα και ταυτόχρονα φρεσκάδα και ενθουσιασμό - προσόντα που (όλα μαζί) της έδωσαν τη νίκη.
ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑΤΙΚΑ, οι Γερμανοί κέρδισαν λόγω της άριστης δουλειάς που έκανε ο προπονητής τους πριν από τους αγώνες και επειδή οι παίκτες τους, ανάμεσα στους οποίους πολλοί νεαροί, ήταν λιγότερο καταπονημένοι κατά τη διάρκεια της χρονιάς από το απάνθρωπο ευρωπαϊκό σύστημα των «νον στοπ» αγώνων!
ΕΛΛΕΙΨΗ φρεσκάδας, αλλά και γενικότερα πτώση ατομικής ποιότητας παρουσίασε και η ευρωπαϊκής, πια, λογικής Βραζιλία, ενώ το ίδιο ισχύει και για την Ισπανία, που όμως έμεινε μέσα στο κόλπο, γιατί αποτελεί την επιτομή του ομαδικού πνεύματος, της συνεργασίας και της υπομονής.
ΣΤΟ σύγχρονο ποδόσφαιρο, λοιπόν, θριαμβεύουν οι ομάδες που έχουν παίκτες με ταλέντο, παίκτες με εμπειρία, παίκτες που βγάζουν ενέργεια στο τερέν και πάνω απ' όλα καλό προπονητή. Γιατί, ας μην ξεχνάμε, μπορεί οι παίκτες να κάνουν τον προπονητή, αλλά ο προπονητής κάνει την ομάδα, σε ένα σπορ όπου ο ένας δεν μπορεί να νικήσει τους έντεκα!
ΚΙ όλα αυτά, όχι μόνο ως εξήγηση των όσων έγιναν, αλλά και των όσων θα ακολουθήσουν.

Δευτέρα 5 Ιουλίου 2010

Ένα άρθρο στην "Ελευθεροτυπία" - 5/7/2010 για το Μουντιάλ, από τον δημοσιογράφο - επί παντός επιστητού* - Χρήστο Μιχαηλίδη...

Ο βασιλιάς απέθανε. Ζήτω!...


ΕΝΤΑΞΕΙ η φινέτσα και το μπρίο των Λατινοαμερικανών γιγάντων του ποδοσφαίρου, Βραζιλίας και Αργεντινής.
ΕΝΤΑΞΕΙ το έμφυτο ταλέντο των παικτών τους, οι καλύτεροι των οποίων είναι πράγματι τα μαργαριτάρια στον λαιμό του παγκοσμίου ποδοσφαίρου.
ΟΜΩΣ είχαν καλλιεργηθεί με τα χρόνια και μύθοι πολλοί αλλά και συμπεριφορές αρκετά χαρακτηριστικές, που στο Παγκόσμιο Κύπελλο της Νότιας Αφρικής ευτυχώς βρήκαν ηχηρή απάντηση: η μία από την Ολλανδία, που πέταξε έξω τη Βραζιλία, και η άλλη, ίσως η ηχηρότερη, από τη Γερμανία, που έκανε θρύψαλα την Αργεντινή, την πολυδιαφημισμένη ομάδα του αλαζονικού και επηρμένου Ντιέγκο Μαραντόνα -μέγιστου ως ποδοσφαιριστή, ελάχιστου ως προπονητή.
Ο ΠΡΩΤΟΣ μύθος είναι αυτός που ακόμα συνδέει το συναρπαστικό, πράγματι, ποδόσφαιρο Βραζιλιάνων, Αργεντινών και λοιπών Λατινοαμερικανών με τη φτώχεια και την ανέχεια.
ΕΡΕΥΝΕΣ των τελευταίων 10 χρόνων έχουν δείξει ότι η αφρόκρεμα του ποδοσφαίρου από εκείνη τη μεριά του πλανήτη ΔΕΝ βγαίνει πλέον από τις υποβαθμισμένες περιοχές, αλλά από τις ανερχόμενες, κοινωνικά και οικονομικά, γειτονιές.
ΟΙ ΣΗΜΕΡΙΝΟΙ αστέρες του βραζιλιάνικου και αργεντίνικου ποδοσφαίρου έχουν μάλιστα τη φήμη των πιο στυγνών επαγγελματιών στις επιχειρηματικές συναλλαγές τους. Τα άλλοτε φτωχόπαιδα γίνανε, με τη βοήθεια των μάνατζέρ τους, killers!
ΕΠΙΣΗΣ η προσέλευση των πιο φτωχών φιλάθλων στα γήπεδα είναι αισθητά μειωμένη τα τελευταία 10 χρόνια, ιδίως στη «χρεοκοπημένη» Αργεντινή, με τις πιο εύπορες κοινωνικά ομάδες να κυριαρχούν στην αγορά εισιτηρίων διαρκείας στους αγώνες. Δεν αμφισβητείται ο χαρακτηρισμός του ποδοσφαίρου ως «λαϊκού αθλήματος» στις χώρες αυτές. Μόνο που η συμμετοχή του «λαϊκού» συνεχώς μειώνεται.
Ο ΔΕΥΤΕΡΟΣ μύθος έχει να κάνει με αυτό το οποίο ονομάζουμε «ποδοσφαιρική παράδοση», που θεωρούμε περίπου ως δεδομένο ότι αρκεί από μόνη της να κερδίζει αγώνες και Παγκόσμια Κύπελλα. Εάν ήταν έτσι, η Αγγλία θα ήταν μονίμως στους 4 πρώτους και ταυτόχρονα θα είχε παραγωγή ταλέντων που θα ζήλευαν οι πάντες. Η Αγγλία ήταν ίσως η πιο μεγάλη απογοήτευση αυτού του Μουντιάλ και εάν υπάρχει στο ρόστερ της ένας, έστω, παίκτης που πιστεύει κάποιος ότι θα τον θυμόμαστε σε 10 χρόνια, παρακαλώ να μου τηλεγραφήσει και θα του απαντήσω με τέλεξ.
Η ΠΑΡΑΔΟΣΗ στις εποχές μας έχει πολύ σχετική σημασία. Ας μην ανοίξουμε φέρ' ειπείν το κεφάλαιο του «πολιτισμού» γιατί εκεί, πρώτοι απ' όλους, θα στενοχωρηθούμε εμείς.
ΠΕΡΑΝ αυτού, η παγκοσμιοποίηση και του ποδοσφαίρου έχει αποδυναμώσει το λεγόμενο «εθνικό» του στοιχείο. Ο Μέσι είναι περισσότερο Ισπανός, δηλαδή Ευρωπαίος ποδοσφαιριστής, παρά Αργεντινός. Ο Φάμπρεγκας, Λατινο-εγγλέζος. Ο Ντρογκμπά, Βρετανο-αφρικανός. Και οι δικοί μας Χαριστέας και Σαμαράς σαν τους γκαστερμπάιτερ που τους λυπούμασταν και τους θαυμάζαμε ταυτοχρόνως!
ΕΑΝ υπάρχουν ακόμα κάποιες «σχολές» στο παγκόσμιο ποδόσφαιρο, αυτές σίγουρα εκπροσωπούνται από δύο από τις ομάδες που έφτασαν στους «4» του Μουντιάλ: την Ολλανδία και τη Γερμανία. Δύο ομάδες που δεν έκρυψαν ποτέ το αληθινό τους πρόσωπο, δεν προσποιήθηκαν ποτέ ότι είναι κάτι άλλο από αυτό που είναι. Αυτό που ξέρουν να κάνουν, το κάνουν καλά. Αυτό που ξέρουν να κάνουν καλά η Βραζιλία ή η Αργεντινή, το κάνουν στη χάση και στη φέξη...
ΜΥΘΟΣ τρίτος. Ο κόσμος δεν χρωστάει τίποτα στο «ρομαντικό και φαντεζί» ποδόσφαιρο της Λατινικής Αμερικής, όπως νομίζουν οι εκπρόσωποί του. Οι οποίοι κατεβαίνουν στα Παγκόσμια Κύπελλα θεωρώντας περίπου ως κεκτημένο τους δικαίωμα ότι όλη η υφήλιος πρέπει να τους προσκυνήσει.
Ω, ΝΑΙ! Μας άρεσε και ενθουσιαζόμασταν όταν, πολύ παλιότερα, οι «μάγοι από τις αλάνες» πραγματικά γοήτευαν τον κόσμο και εξευτέλιζαν σαν Δαβίδ της μπάλας τους Γολιάθ του παγκόσμιου κατεστημένου. Ποιος δεν αγαλλίαζε, στα χρόνια μετά τον πόλεμο, να βλέπει τη Βραζιλία με τα παιδιά από τις φαβέλες να κατατροπώνει τον μισητό γίγαντα, που ήταν η Γερμανία; Και ποιος δεν χαίρεται, ακόμα και μέχρι σήμερα, όταν η τεμαχισμένη Σρι Λάνκα, άλλοτε βρετανική αποικία, ταπεινώνει την Αγγλία στο δικό της άθλημα, το κρίκετ;
Ο ΜΑΡΑΝΤΟΝΑ νόμιζε πως θα πάρει το Μουντιάλ με τα σκουλαρίκια και το όνομά του. Η Αργεντινή, για ακόμη μία φορά, μπήκε στο «μαγαζί» θεωρώντας βέβαιο ότι της κρατούσαν «πρώτο τραπέζι πίστα» και η Γερμανία την έστειλε στα «όρθια». Ευτυχώς, δηλαδή, που το ποδόσφαιρο είναι ακόμα ο «βασιλιάς των σπορ», ακριβώς επειδή μπορεί ώς και τους βασιλιάδες να εξευτελίζει!
*: Ο δημοσιογράφος Χρ. Μιχαηλίδης που γράφει καθημερινά στην "Ε/πία" για κοινωνικά, πολιτικά και πολιτιστικά ζητήματα, διατυπώνει την γνώμη του για τον αποκλεισμό της Αργεντινής και της Βραζιλίας λίγο πριν τελειώσει το Μουντιάλ. Είπαμε ότι για όλα πρέπει να ενδιαφερόμαστε γιατί έτσι ολοκληρωνόμαστε!

Το Δουδουνάκι αφιερώνει και ο κ. Μεθόδιος Αργουμέντης ευχαριστεί και εύχεται στις "school-ηκαντέρες" καλό καλοκαίρι!

Παρασκευή 2 Ιουλίου 2010

Τα στιχάκια από τα δύο τραγούδια που "ξεφύτρωσαν" στο παραμύθι του "Κοκκινοκωλάκη". Για προσέξτε τους...!

ΦΕΤΟ ΤΟ ΚΑΛΟΚΑΙΡΑΚΙ


Φέτο το καλοκαιράκι
κυνηγούσα ένα πουλάκι,
κυνηγούσα λαχταρούσα
να το πιάσω δεν μπορούσα.
Άντε κι έστησα την ξόβεργά μου
κι ήρθε το πουλί κοντά μου.

Από την πολύ χαρά μου 
ήθελα για να πετάξω
και στους ουρανούς να φτάσω,
άγγελο να κατεβάσω
και την θάλασσα ν' αδειάσω
να την κάνω περιβόλι.
Άντε να φυτέψω λεμονίτσες,
όμορφες τριανταφυλλίτσες.

Την Δευτέρα τις φυτεύω
και την Τρίτη τις κλαδεύω,
άντε την Τετάρτη βγάζουν φύλλα
και την Πέμπτη κάνουν μήλα.

Την Παρασκευή το βράδυ
ήρθε κλέφτης να τα πάρει.
Άντε κλέφτη μου μην κλέφτεις μήλα
μην κορφολογάς τα φύλλα,
τα 'χει ο αφέντης μετρημένα
πέντε-πέντε κι ένα-ένα
στο τεφτέρι του γραμμένα.


...................................................................................................................................


ΑΕΡΙΚΟ



Όλ
α του κόσμου τα πουλιά όπου κι αν φτερουγίσαν,
όπου κι αν χτίσαν τη φωλιά, όπου κι αν κελαηδήσαν,
εκεί που φτερουγίζει ο νους, εκεί που ξημερώνει,
μαργώνουν* τα πουλιά της γης κι ούτ' ένα δε ζυγώνει.

ΕΠΩΔΟΣ: Σαν αερικό θα ζήσω, σαν αερικό.

Ανάσα είναι καυτερή και στέπα του Καυκάσου**
η σκέψη που παραμιλά και λέει τα όνειρά σου.
Κι όσες κι αν χτίζουν φυλακές κι αν ο κλοιός στενεύει,
ο νους μας είναι αληταριό που όλο θα δραπετεύει.

ΕΠΩΔΟΣ: Σαν αερικό θα ζήσω, σαν αερικό.



*: μαργώνουν = ξεπαγιάζουν  (προφανώς γιατί είναι πολύ ψηλά κι εκεί κάνει πολύ κρύο, όπως στον Καύκασο που αναφέρει μετά το ποίημα)

**: στέπα του Καυκάσου, (αναφέρεται στον Καύκασο στην κορφή του οποίου βασανίστηκε τιμωρημένος από τους Θεούς ο Προμηθέας / αυτός κι αν είχε νου "αληταριό", αυτουνού κι αν δεν "φτερούγιζε" το μυαλό, κι αν δεν παραμιλούσε η σκέψη) 

Πέμπτη 1 Ιουλίου 2010

Λεφτά, λεφτά, λεφτά...! Μας πρήξανε με τα λεφτά! Να κι ένα παραμύθι από τις Κυκλάδες για να μάθετε να τα μετράτε μεγάλοι, παλιοτσιφούτηδες...!

                          Ο Κοκκινοκωλάκης - παραμύθι από την  Πάρο
  
   Ήταν ένα αντρόγυνο, πολύ φτωχοί, και δεν είχανε παιδιά. Κάθε μέρα λοιπόν παρακαλούσανε τους αγίους και το Θεό να τους δώσουνε ένα παιδάκι.
   Μια φορά έβαλε η γυναίκα από βραδύς κουκιά στο νερό. Το πρωί που τα ξεμάτιζε*, λέει: 
   "Αχ, Θεούλη μου, και νάτανε όλα αυτά τα κουκιά παιδιά μου..."
   Ο Θεός άκουσε την  προσευχή της και γίνανε τα κουκιά παιδιά, κι αρχίσανε να φωνάζουνε: "Μάνα, πεινάμε! Μάνα, πεινάμε!" Πάει η γυναίκα στον μπακάλη, παίρνει ένα σακί αλεύρι, το ζύμωσε, όπως ζυμώναμε όλοι εκείνα τα χρόνια, έκανε ψωμί και τάισε τα παιδιά.
   Το βράδυ γυρίζει ο άντρας της και τι να δει! Μια μάντρα παιδιά!
   "Γυναίκα", λέει, "που βρεθήκανε όλα αυτά τα παιδιά;"
   "Αχ, άντρα μου, θαύμα! Μα, όταν σου πω, θα γελάσεις. Δεν είχαμε τα κουκιά στο νερό; Ε, εκεί που τα ζεμάτιζα, παρακάλεσα το Θεό να γινότανε τα κουκιά παιδιά κι Εκείνος τα έκαμε!"
   "Ωχ, γυναίκα, και τι θα φάνε!"
   "Πήρα ένα τσουβάλι αλεύρι, ζύμωσα ψωμιά και φάγανε!"
   "Μωρέ αυτά θα φάνε κι εμάς! Δεν μπορούμε να τα χορτάσουμε τόσα στόματα, μόνο να τα διώξουμε!"
   Πιάνει λοιπόν ένα ραβδί και τα διώχνει όλα τα παιδιά. Ένας μικρός, φοβήθηκε και πήγε και τρύπωσε κάτω από τη σκάφη, την ξύλινη, αυτή που είχανε για να ζυμώνουνε.
   Αφού φύγανε όμως τα παιδιά, ο πατέρας στενοχωρήθηκε. "Αχ, γυναίκα", λέει, "τι έκανα... έδιωξα τα παιδιά που μας έστειλε ο Θεός και τώρα δεν έχουμε κανένα να μας φυλάει τη μηλιά..."
   Ξεπροβάλλει τότε ο μικρός, κάτω από τη σκάφη, και λέει:
   "Πατέρα, εγώ ειμ' εδώ!"
   "Βρε, Κοκκινοκωλάκη; " - τον είπε Κοκκινοκωλάκη γιατί ήταν κόκκινος ο ποπός του -, "πού βρέθηκες εσύ;"
   "Φοβήθηκα, πατέρα, το ραβδί και κρύφτηκα".
   "Πάρε ψωμί και τυρί και πήγαινε να φυλάς τη μηλιά", του λέει ο πατέρας του.
    - Είχανε μια μηλιά, που έκανε πολύ ωραία μήλα, αλλά και πηγαίνανε και τους τα κλέβανε.
   Τρέχει λοπόν ο Κοκκινοκωλάκης κι ανεβαίνει στη μηλιά. Τότε περνάει από κάτω μια κακιά γυναίκα - εκείνα τα χρόνια ο κόσμος ήτανε κακός κι έτρωγε ο ένας τον άλλον -, είδε τον Κοκκινοκωλάκη και του λέει: 
   "Κοκκινοκωλάκη, Κοκκινοκωλάκη ρίξε μου ένα μηλαράκι, να φάω η καημένη..."
   "Όχι, γιατί μαλώνει ο αφέντης μου**!"
   "Έλα, βρε Κοκκινοκωλάκη, τόσα μήλα έχετε, πού θα το καταλάβει;..."
   Με τα πολλά, τονε καταφέρνει και της ρίχνει ένα μήλο.
   "Αχ, Κοκκινοκωλάκη, κατέβα να μου το πιάσεις γιατί δεν το βλέπουν τα ματάκια μου..."
   Κατεβαίνει ο Κοκκινοκωλάκης και τον αρπάζει αυτή τον βάζει μες στο τσουβάλι της και πήγαινε, ώσπου μια στιγμή ήθελε να κάνει τα τσίσα της. Αφήνει λοιπόν κάτω το τσουβάλι, για να πάει πιο κει και, τότε, βγαίνει ο Κοκκινοκωλάκης, γεμίζει πέτρες το τσουβάλι και τρέχει πίσω στη μηλιά.
   Έρχεται η γριά, σηκώνει το τσουβάλι - ήτανε πιο βαρύ από πριν - "αχ", λέει, "πάχυνε το γουρουνάκι μου". Φτάνει καμιά φορά στο σπίτι της και φωνάζει στην αδελφή της:









   "Μαρουλιά, σου 'φερα ένα γουρουνάκι", κι ανοίγει το τσουβάλι και βλέπει τις πέτρες. "Α, τον μπαγάσα", λέει, "μου 'φυγε... Θα πάω πάλι πίσω, να τον βρω κι αλίμονό του!..." Βάζει άλλα ρούχα, για να μην τη γνωρίσει ο Κοκκινοκωλάκης, πάει πάλι κάτω απ' τη μηλιά και του φωνάζει:
   "Κοκκινοκωλάκη, Κοκκινοκωλάκη ρίξε μου ένα μηλαράκι..."
   "Όχι, γιατί μαλώνει ο αφέντης μου!"
   "Μα έλα, Κοκκινοκωλάκη, ρίξε μου, σε παρακαλώ, ένα μηλαράκι...
   "Όχι, γιατί και χθες έριξα σε μιαν άλλη και μ' έβαλε μες στο τσουβάλι".
   "Α, Κοκκινοκωλάκη, κατέβα να μου το πιάσεις, γιατί πονά η μέση μου και δεν μπορώ να σκύψω..."
   Κατεβαίνει ο Κοκκινοκωλάκης, τον αρπάζει αυτή και τον βάζει στο τσουβάλι.
   Πάει στο σπίτι της και φωνάζει στην αδελφή της:
   "Έλα Μαρουλιά, στο 'φερα το γουρουνάκι! Και, για δες, εγώ θα πάω σήμερα στην εκκλησία - ήτανε Κυριακή - κι εσύ σφάξε τον, μαγείρεψέ τον και στρώσε τραπέζι, άμα γυρίσω να φάμε".
   Φεύγει και, τότε, λέει η Μαρουλιά στον  Κοκκινοκωλάκη: 
   "Αχ, Κοκκινοκωλάκη, τι να κάμω τώρα, που δεν ξέρω να σε σφάξω;"
   "Γι' αυτό στενοχωριέσαι;", λέει ο Κοκκινοκωλάκης, "εγώ θα σου δείξω. Να πιάνεις έτσι το μαχαίρι, κάνεις ένα σταυρό...", και πριν προλάβει η Μαρουλιά να καταλάβει, την έσφαξε ο Κοκκινοκωλάκης. Τη μαγειρεύει, στρώνει το τραπέζι και πάει κι ανεβαίνει πάνω στην ταράτσα.
   Σε λίγο έρχεται η άλλη από την εκκλησία, κάθεται στο τραπέζι και φωνάζει στην αδελφή της: "Μαρουλιά, έλα να φάμε!"
   Φωνάζει τότε κι ο Κοκκινοκωλάκης: "Μαρουλιά τρως και Μαρουλιά φωνάζεις;"
   "Έλα, Μαρουλιά, να φάμε!"
   "Μαρουλιά τρως και Μαρουλιά φωνάζεις;" λέει πάλι ο Κοκκινοκωλάκης.
   Τότε πια τον κατάλαβε η γριά και βγαίνει και του λέει: "Βρε, πώς ανέβηκες εκεί πάνω;"
   "Έβαλα το ένα τραπέζι πάνω στ' άλλο κι ανέβηκα".
   Βάζει κι αυτή το ένα τραπέζι πάνω στ' άλλο και πάει ν' ανέβει. Μπορούσε; Έπεσε χάμω και σκοτώθηκε.
   Κατεβαίνει τότε  ο Κοκκινοκωλάκης και παίρνει όλες τους τις λίρες - ήτανε πολύ πλούσιες αυτές - και δρόμο για το σπίτι του. Αλλά ο βλάκας, στο δρόμο που πήγαινε φώναζε: "Μπαμπά, άνοιξε την κασέλα και χρήματα σου κουβαλώ! Μπαμπά, άνοιξε την κασέλα και χρήματα σου κουβαλώωω!"
   Όταν έφτασε στο σπίτι, του λέει ο πατέρας του: "Τρέχα στη γειτόνισσα και πες της να σου δώσει το πινάκι*** της, για να μετρήσουμε το στάρι".
   - Τα λεφτά θέλανε να μετρήσουνε, μα είπε το στάρι για να μη δώσει λογαριασμό στη γειτονιά, πως γίνανε δηλαδή πλούσιοι -.
   Πάει ο Κοκκινοκωλάκης και λέει: "Καλέ, κυρα-γειτόνισσα, είπε ο μπαμπάς μου, μου δίνεις το πινάκι σου, για να μετρήσουμε το στάρι;"
   Αυτή όμως είχε ακούσει τον Κοκκινοκωλάκη που φώναζε πως φέρνει χρήματα και λέει: "Στάσου μια στιγμή, Κοκκινοκωλάκη, να βάλω λίγη κόλλα στο πινάκι μου, γιατί έχει μια τρύπα και θα σας χύνεται το στάρι".
   Πάει λοιπόν και αλείφει με κόλλα τον πάτο του πινακιού και το δίνει στον Κοκκινοκωλάκη. - Παραμύθι τώρα αυτό, ε; τόσα λεφτά είχανε πια, που θέλανε πινάκι για να τα μετρήσουνε; - Έτσι, κολλήσανε κάμποσες λίρες και τις πήρε η γειτόνισσα, και οι άλλοι ούτε που το πήρανε χαμπάρι. Και ζήσανε καλά αυτοί με τις λίρες κι εμείς καλύτερα. 
*: ξεμάτιζε: έβγαζε το "μάτι", το σκληρό πάνω μέρος των κουκιών, τα καθάριζε.
**:αφέντης: ο πατέρας
***: πινάκι: σκεύος για να μετράνε σπυρί-σπυρί τα σιτηρά.