Τρίτη 27 Απριλίου 2010

" Η ιπτάμενη σκάφη του Πίκου Απίκου προσγειώνεται σε..."




  • "Η ιπτάμενη σκάφη"
   ...Καθώς λοιπόν η ιπτάμενη σκάφη πετάει εδώ και ώρες στους καταγάλανους ουρανούς... Μπουφ, μπουφ, μπουφ, τουκ! τουκ! Ένας κεραυνός! Και να ο Πίκος Απίκος πεσμένος σε μια άκρη ενός παράξενου δρόμου με φοινικιές.
   - Μα πού στο καλό βρίσκομαι; Δεν καταλαβαίνω! 
   Και ξαφνικά ένα στρουμπουλό αχλάδι ξεπροβάλλει μπροστά στα μάτια του.
   - Αααα! Βοήθεια! Εισβολείς! Εισβολείς! Εισβολείς στο χωριό μας, τη Φρουτοπία! Αααα!, φωνάζει το αχλάδι κατατρομαγμένο.
   - Τι παράξενα πλάσματα κατοικούν εδώ! Μα τι λέω; Αφού... όπως είπε και το αχλάδι, βρίσκομαι στη Φρουτοπία, άρα... άρα μπορώ πολύ εύκολα να πάρω γραπτή συνέντευξη από κάποιο φρούτο!
   Έτσι ο Πίκος Απίκος προχώρησε πιο βαθιά... Και τι να δει; Μια ολόκληρη πολιτεία από πολίτες! Τι πολίτες; Φρούτα, φυσικά! Τι μπανάνες, τι σύκα, τι φράουλες, τι κεράσια!  Και όλα με το δικό τους σπίτι, σαν άνθρωποι! Τι μπορεί να γνωρίσει κανείς ταξιδεύοντας με μια σκάφη, ε;
   - Χα,χα,χα! Το πεπόνι χορεύει ταγκό με το μούρο! Ωχ, θα το λιώσει το καημένο έτσι που πηδάει... Γειά σας! λέει ο Πίκος Απίκος σε ένα μεγάλο καρπούζι.
   - Ααα!, κάνουν οι μπανάνες που βρίσκονται πιο πίσω. 
   - Τι θέλετε; λέει με ηρεμία το καρπούζι.
   - Θα ήθελα αν μπορείτε να μου δώσετε μερικές πληροφορίες για τον τόπο σας κύριε καρπουζοκέφαλε...
   - Σας παρακαλώ! Δεν είμαι καρπουζοκέφαλος, αλλά ένα κομψό καρπούζι!
   - Ναι! Λοιπόν, θα μας πείτε κάτι; Θα προβληθεί και στην τηλεόραση.
   - Μμμ...εεε...θα κάνω μια εξαίρεση! Θα είμαι σύντομος, ωστόσο: Το χωριό μας η Φρουτοπία είναι μια χαρά, κυρίες και κύριοι! Το μόνο πρόβλημα είναι η ζέστη που δημιουργεί στα ντοματάκια ιούς και έχουμε έλλειψη... Τα ρόδια ύστερα, δυστυχώς, δεν μπορούν να δουλεύουν όλο το χρόνο, παρά μόνο το φθινόπωρο. Και ας έρθουμε στο θέμα της φετινής γιορτής μας: Είναι η πιο σπουδαία γιορτή της Φρουτοπίας, όπου δεν αφήνουμε ούτε φωτογραφία μανάβη να φανεί στην υπέροχη χώρα μας! Το καλό που σας θέλω, μανάβηδες, ναι, ναι εσείς που με βλέπετε, ναι, ναι εσείς εκεί απέναντι! Ουαί και αλίμονο, έτσι και πατήσετε εδώ. Μα τις χίλιες πατάτες, θα σας λιώσω! Αυτά είχα να σας πω, και δε θέλω άλλο να εκτεθώ!
   - Ευτυχώς έχω extra μπαταρίες για τη superσκάφη μου! 
   Ο Πίκος Απίκος βάζει τις καινούριες μπαταρίες, ξεκινάει ελαφρά και πολύ χαλαρά χάνεται στα σύννεφα...
                             
                         Veronique, la cinephile   
   



"...Σε 34 λεπτά, 52 δευτερόλεπτα και 14 δέκατα του δευτερολέπτου όταν κόντευε για την Φρουτοπία ξέμεινε από μπαταρίες. Στον αέρα που ήταν κατάλαβε τι έγινε και άρχιζε να φωνάζει: "Άι σιχτίρ! Άμα ήθελε να με απολύσει να μου το έλεγε. Δεν ήταν ανάγκη να με σκοτώσει!"
     Πετάει τη σκάφη, ε... συγγνώμη την αεροσκάφη, κλείνει τα μάτια και περιμένει να γίνει το θαύμα. Τ' ανοίγει ξαφνικά και βλέπει ότι προσγειώθηκε πάνω σ' ένα μεγάλο μπαλόνι.
    Όταν κατέβηκε με ασφάλεια, ξεκίνησε για το γραφείο να υποβάλει την παραίτησή του.
    Τέλος πάντων, μετά από πολύ μπλα, μπλα, μπλα, ο Πίκος Απίκος άνοιξε σουβλατζίδικο...!"
                                                                                                                                                  Black Milk 


"... Έτσι ξεκίνησε το ταξίδι του για τη Φρουτοπία... Ξαφνικά, καθώς πετούσε ένοιωσε το "όχημά" του να χάνει δυνάμεις. Προφανώς είχαν τελειώσει τα "καύσιμά" του. Για καλή του τύχη έκανε αναγκαστική προσγείωση σε ένα τροπικό νησί. Τελικά πέρασε τις διακοπές του ξέγνοιαστος και ανενόχλητος από τη δουλειά του."


                                                  John Shadow




"... ο Πίκος Απίκος όπως πέταγε πάνω από τον Ατλαντικό ωκεανό άκουσε κάτι περίεργους ήχους από τον ανεμιστήρα. Και ξαφνικά η σκάφη σταμάτησε να πετά. Λίγα λεπτά μετά η σκάφη βρισκόταν στην επιφάνεια του νερού. Ο Πίκος Απίκος κατατρόμαξε. Άρχισε να κοιτάει απεγνωσμένα γύρω του μπας και δει στεριά. Αλλά στη μέση του ωκεανού πού να την βρεις; Ο Πίκος Απίκος αναγκάστηκε να μείνει μέσα στην σκάφη μέχρι το κύμα να τον πάει σε κάποια στεριά.
     Πέρασαν δυο μέρες, τρεις, τέσσερις, πέντε, τίποτα! Ε, σ' αυτό το σημείο ο Πίκος Απίκος από την πολλή μοναξιά που ένιωθε, έφτιαξε ένα καινούργιο φίλο για να έχει παρέα. Τον ανεμιστήρα! Έβγαλε, που λέτε, το πουκάμισό του και το έβαλε πάνω από τον ανεμιστήρα για μαλλιά. Μετά χάραξε ένα πρόσωπο στο κέντρο του ανεμιστήρα, πήρε τα γυαλιά ηλίου που είχε μαζί του και του τα φόρεσε.Του μίλαγε συνέχεια και τον φώναζε Ουίλσον! Μετά από δυο βδομάδες βγήκε σε μια στεριά που δίπλα της ήταν η Φρουτοπία!"


                                                   Όλιβ Στεργίου


"... Αέρας πολύς όμως φύσηξε και ο Πίκος Απίκος απομακρύνθηκε από τη Φρουτοπία. Κάποια στιγμή τελείωσαν οι μπαταρίες και η αεροσκάφη μαζί με τον Πίκο Απίκο σ' ένα εξωτικό ερημονήσι. Τι πρώτες μέρες ήταν μόνος του, μέχρι που την τρίτη μέρα γνώρισε την Άνια.


Άνια: Καλησπέρα...!
Πίκος Απίκος: Καλησπέρα!
Άνια: ...Και πώς σας λένε; Εμένα με λένε Άνια...
Πίκος: Πίκο Απίκο... Α, και πολύ ωραίο όνομα!
Άνια: Ευχαριστώ! Αν δεν σας πειράζει εγώ θα σε φωνάζω Πίκο!
Πίκος: Κανένα πρόβλημα! Είσαι καιρό εδώ; 
Άνια: Όχι! Σειρά μου τώρα! Η μητέρα σας ήταν  ζαχαροπλάστης κι ο πατέρας σας αστροναύτης;
Πίκος: Όχι, τίποτα από τα δύο / γιατί ρωτάτε ;
Άνια: Τίποτα, τίποτα.


Περάσανε τρεις μήνες, ο Πίκος και η Άνια παντρεύτηκαν, έκαναν 4 παιδιά και επέρασαν 4 σπουδαία χρόνια. Ο Πίκος θυμήθηκε την Φρουτοπία και το "Τρέχα γύρευε"! Έτσι πήρε την οικογένειά του και γύρισε πίσω στην χώρα του."


                                                                                     Catherine Cross


   "...Καθώς ο Πίκος Απίκος πέταγε με την σκάφη του ξαφνικά σταμάτησε να λειτουργεί. Μέσα σε κλάσματα δευτερολέπτου, ο Πίκος είχε προσγειωθεί μέσα σ' ένα σκουπιδιάρικο. Ανοίγει τα μάτια και τι να δει; Παντού σκουπίδια! "Ωραίες διακοπές θα κάνω μέσα στα σκουπίδια", μουρμούρισε. Τότε αναρωτήθηκε: "Άραγε σε ποια χώρα να 'μαι;" Βλέπει μια ταμπέλα που έγραφε "Σκουπιδότοπος Φρουτοπίας". Ο Πίκος Απίκος σκέφτηκε: "Ώρα για διακοπές...Γιούπιιι...!"
   Το σκουπιδιάρικο αδειάζει τα σκουπίδια, μαζί μ' αυτά πέφτει κι ο Πίκος. "Βοήθεια, βοήθεια...!", φώναζε μα ποιος να τον ακούσει. Ήταν ένας εγκλωβισμένος/ παντού σκουπίδια, βρώμαγε πολύ εκεί πέρα. Στον Πίκο Απίκο ήρθε μια ιδέα! Θα έφτιαχνε μια καινούργια αεροσκάφη. Έψαχνε, έψαχνε παντού, μα σκοτείνιασε. Ήταν κουρασμένος και έριξε έναν υπνάκο μέσα  σε κάτι κουτιά. Την άλλη μέρα ο Πίκος Απίκος έφτιαχνε τη σκάφη του. Της έβαλε και μπαταρίες που βρήκε πεταμένες εκεί κοντά, αλλά λειτουργούσαν ακόμη. Ανέβηκε στον ψηλό λόφο από σκουπίδια, πάτησε το κουμπί και έφυγε. Όλος ο κόσμος τον κοιτούσε απορημένος. Μετά από κάτι ώρες πτήσης σκάφης - και τι πτήσης! - έφτασε πίσω στη δουλειά του..."Κύριε διευθυντά", φώναζε, "ελάτε να  σας πω...", "Πώς πέρασες παιδί μου;", ρώτησε ο διευθυντής. "Χάλια, δεν έκανα διακοπές. Ακούστε τι έγινε". Ο Πίκος Απίκος του έλεγε αυτά που του συνέβησαν. Ο διευθυντής τρελάθηκε. "Α, τότε παιδί μου δεν πρέπει να ξαναπάς διακοπές...!''. Κόκαλο ο Πίκος Απίκος!"
                                                                               Έλπη 


     
   "...Ο Πίκος Απίκος αφού μπήκε στην αεροσκάφη με προορισμό την Φρουτοπία, ποτέ δεν φανταζόταν τι τον περίμενε μετά την απογείωση. 
   Καθώς η αεροσκάφη πετούσε πάνω από πόλεις και χωριά και ο Πίκος Απίκος τα χάζευε και είχε ξετρελαθεί με το εντυπωσιακό θέαμα που απολάμβανε, περνώντας πάνω από καταγάλανες θάλασσες με δαντελωτά ακρογιάλια, ακούστηκε ένας δυνατός θόρυβος και η αεροσκάφη άρχισε να τραντάζεται πάνω - κάτω όπως όταν είμαστε στη γη και γίνεται δυνατός σεισμός.
   Ο ήρωάς μας τα έχασε από το φόβο του. Έγινε κατακίτρινος σα λεμόνι και χίλιες δυο μαύρες σκέψεις πέρασαν από το μυαλό του. "Μέχρι εδώ είναι", σκεφτόταν. "Κάπου εδώ είναι το τέλος μου". Όλα έγιναν σε κλάσματα δευτερολέπτου, χωρίς να μπορεί να  αντιδράσει. Ώσπου ξαφνικά ακούστηκε ένα δυνατό "Πλαφ!!!" και η αεροσκάφη βρέθηκε να κολυμπάει ανάμεσα σε ανθρώπους που κι αυτοί κολυμπούσαν.
   Φυσικά και τρόμαξαν, μα σε λίγο περικύκλωσαν την αεροσκάφη και αφού έβγαλαν από μέσα τον Πίκο Απίκο, τον έφεραν στην παραλία, του πρόσφεραν τις πρώτες βοήθειες και αφού συνήλθε από το σοκ, άρχισαν να τον ρωτάνε τι, πώς και γιατί βρέθηκε ανάμεσά τους.
   Ο Πίκος Απίκος τους διηγήθηκε την ιστορία του μέχρι την στιγμή της ανώμαλης προσθαλάσσωσής του και τους είπε ότι τελικός τους προορισμός ήταν η Φρουτοπία. Οι παραθεριστές του είπαν ότι η Φρουτοπία βρίσκεται στο διπλανό νησί και κάθε απόγευμα ένα μικρό καΐκι γεμάτο κόσμο την επισκέπτεται. 
   Έτσι λοιπόν και ο Πίκος Απίκος βρισκόταν πολύ κοντά στον προορισμό του.
   Με πολλούς άλλους ανθρώπους ανέβηκε στο πλοιάριο που θα τους μετέφερε εκεί..."
                                           το Ντινάκι


...Λίγο αργότερα ο Πίκος Απίκος άρχισε να νυστάζει. Έσκυψε κάτω να δει αν κοντεύει να φτάσει στην Φρουτοπία και είχε αρκετή ώρα μπροστά του, γι' αυτό και είπε να πάρει έναν υπνάκο. Όμως μετά από λίγο ο Πίκος Απίκος προσπέρασε την Φρουτοπία. Όταν ξύπνησε συνειδητοποίησε ότι είχε προσπεράσει τον προορισμό του. Είχε φτάσει πια στην Σοκολατουπία. Αποφάσισε να προσγειωθεί γιατί δεν μπορούσε να κανει κι αλλιώς διότι η σκάφη (ή ό,τι ήταν αυτό τέλος πάντων) δεν είχε τιμόνι! Όταν προσγειώθηκε όλοι πήγαν να δουν ποιος είναι. Αλλά ο Πίκος Απίκος δεν μιλούσε σοκολατέζικα οπότε συνεννόηση μηδέν ή καλύτερα συνεννόηση μπουζούκι. Τελικά ο Πίκος Απίκος βρήκε έναν κύριο ονόματι Μους Σοκολά ο οποίος μπορούσε να συνεννοηθεί μαζί του.


Π.Α.: Καλησπέρα, do you verbuti, speak, parlez, sprehen, Greco;
Μ.Σ.: Νιαί, αλλιά απ' ιό,τι φιαίνιεται ιεσύ ιούτιε ελληνικά ιούτιε αγγλιικά, ιούτιε ρουμανιικά, αλλιά ιούτιε ιταλλιικά μιλιάς.
Π.Α.: Ναι, συγγνώμη δεν ήξερα σε ποια γλώσσα να μιλήσω και τα είπα όλα μαζί. Μήπως ξέρετε πού είναι και πώς θα μπορέσω να πάω στη Φρουτοπία;
Μ.Σ. Νιαι, βασιικά καλιύτερα θα ξιέρει ο τιαξιτζής μας, ο Τρούφας. Θα τον βρείτε εδιώ πιο κάτιου. Κάθιεται εκεί για τα μεσημεριανά πιοτά του.
Π.Α.: Ωραία, σας ευχαριστώ πολύ κύριε Μους Σοκολά!
Μ.Σ. Παρακαλιώ, παρακαλιώ!


Μετά απ' αυτήν την ωραία συζήτηση του Πίκου Απίκου με τον Μους Σοκολά ξεκίνησε για το μπαρ προσπαθιώντας να θυμηθιεί τον δρόμιο που του είχε πιει ο Μους Σοκολά (ωχ, ωχ, μου κόλλησε κι εμένα η γλώσσα της Σοκολατουπίας!). Στο τέλος το βρήκε το μπαρ, βρήκε και τον κ. Τρούφα. 


Π.Α.: Συγγνώμη ο κ. Τρούφας;
Τ.: Ε; Ναι...
Π.Α. Ωραία είμαι ο Πίκος Απίκος και μ' έστειλε ο Μους Σοκολά για να με πάτε στην Φρουτοπία.
Τ.: (Ο Τρούφας κοιτάζει τον Πίκο Απίκο παράξενα σα να μη καταλαβαίνει)
Π.Α.: Μιλάτε ελληνικά, έτσι;
Τ.: Ναι, ναι πως... Έλληνας είμαι αλλά ζω εδώ πια. Είχα χαζέψει, συγγνώμη.
Π.Α. Πες το βρε πατριώτη κι έχω φάει τον κόσμο να βρω έναν άνθρωπο να συνεννοηθώ...!
Τ.: Ανέβα στη Ferrari μου και φύγαμε φιλαράκο!


Παρ' ότι ο Τρούφας το γκάζωσε το αμαξάκι, ο Πίκος Απίκος έφτασε σώος και αβλαβής στην Φρουτοπία, λίγο ζαλισμένος βέβαια, αλλά όπως είπε κι ο ίδιος, παραπατώντας και τρεκλίζοντας, "Τέλιος καλιό, όλια καλιά!"
                                       Έφη Ajax




...Ο Πίκος Απίκος αφού βρισκόταν ήδη πολλά χιλιόμετρα μακριά από τον τόπο της αναχώρησής του, η αεροσκάφη του ξαφνικά κι απότομα άρχισε να χάνει ύψος. Ο Πίκος Απίκος έγινε άσπρος σαν το χαρτί. Έκλεισε τα μάτια και... όταν τα ξανάνοιξε βρισκόταν μόνος του σ' ένα ερημονήσι. Ή σχεδόν μόνος του. Λίγα μέτρα δεξιά από κει που ήταν ξαπλωμένος, γύριζε σιγά-σιγά ο μισοδιαλυμένος ανεμιστήρας. Ξεκίνησε μια βόλτα στο νησί αλλά ύστερα από μισή ώρα κατάλαβε ότι το μόνο που είχε καταφέρει ήταν να κάνει μόνο μερικούς κύκλους. 
   Μετά από δυο μέρες είδε στον ουρανό μια μαύρη κουκκίδα, που όλο και μεγάλωνε, και μεγάλωνε, και όσο μεγάλωνε, έπαιρνε το σχήμα ενός ...ιπτάμενου δίσκου; αεροπλάνου; ελικοπτέρου; Ναι, ναι ελικόπτερο  ήταν αυτό που κατέβαινε στο νησί! Ο Πίκος Απίκος άρχισε να κάνει σήματα στο ελικόπτερο με λαχτάρα. Η σωτηρία του ήταν πλέον κοντά...
   Το ελικόπτερο κατέβηκε και προσγειώθηκε μέσα σ' ένα σύννεφο σκόνης. Από μέσα βγήκε ο διευθυντής του Πίκου Απίκου. Έπειτα από πολύωρη συζήτηση, τα δύο στελέχη της εφημερίδας "Τρέχα Γύρευε", ο Πίκος Απίκος κι ο διευθυντής του βρέθηκαν πάλι στα γραφεία τους. Ο διευθυντής ανακοίνωσε στον Πίκο Απίκο ότι τώρα θα πάει μ' ένα πιο γρήγορο και πιο ασφαλές μέσο στην Φρουτοπία. Ο δημοσιογράφος χαμογέλασε ανακουφισμένος. Ο διευθυντής σηκώθηκε και πήγε σ' ένα διπλανό γραφείο. Επέστρεψε φέρνοντας μια ίδια αεροσκάφη που τώρα όμως είχε δύο ανεμιστήρες! Ο Πίκος Απίκος είπε ότι δεν αισθανότανε και πολύ καλά και ζήτησε την καλοκαιρινή του άδεια...
                          Nick the periplokismenos


...Μετά από 2-3 ώρες ταξίδι...
   Ωχ, ωχ! Τι έγινε; Γιατί σταμάτησε να λειτουργεί ο ανεμιστήρας; Φου, φου έλα καλό μου δούλεψε...!
   Ο Πίκος Απίκος αρχίζει να χάνει ύψος, αλλά ταυτόχρονα προσπαθεί να βρει τι φταίει και σταμάτησε να λειτουργεί ο ανεμιστήρας. Για πάμε να δούμε κι εμείς.
   - Αμάν! Τι βλάκα διευθυντή που 'χω. Ξέχασε να μου δώσει μπαταρίες, αν εξαντληθούν, ν' αλλάξω. Παναγιά μου, προσγειώνομαι! Ααααα!!!
   Ο Πίκος Απίκος απ' ό,τι καταλάβατε προσγειώθηκε, αλλά ελαφρώς λιπόθυμος. Σσσσςςς. Ωχ, ωχ ακούω φωνές! Παιδιά, αναρωτιέμαι, τι να 'ναι οι φωνές αυτές; Εσείς δε θέλετε να μάθετε; Για ελάτε...
   - Αχ! Το κεφάλι μου...! Ποιοι είστε εσείς και τι θέλετε;
   - Ησύχασε. Δεν θα σε πειράξουμε. Εμείς είμαστε καλοί άνθρωποι!
   - Και πώς σας λένε;
   - Πού πήγαν οι καλοί μου τρόποι; Είμαι "το δουδουνάκι" κι εμείς εδώ ανήκουμε στη φυλή των Ψευδωνύμων. Ο αρχηγός μας είναι ο Βασιλιάς Μανώλης ο Γ...! Εσείς;
   - Εγώ είμαι ο Πίκος Απίκος. Και γιατί σας λένε "φυλή των Ψευδωνύμων";
   - Απλούστατα. Όλοι μας έχουμε κανονικά ονόματα, αλλά ο Αρχηγός μας μάς φωνάζει με ψευδώνυμα. Για παράδειγμα εμένα με λένε Αντιγόνη και είμαι "το τδουδουνάκι",η φίλη μου η Έλενα είναι "το καθαρματάκι", η Δάφνη μας "η δεσποινίς Ντουμίδου", η Κωνσταντίνα "το πορτατίφ", η Ελπινίκη "η Έλπη", η Ζέτα "το Ζετοοόνι", η Ανδρεάννα "η Όλιβ Στεργίου", η Έφη "η Έφη Ajax", η Βερόνικα "η Veronique la cinephile", ο Γιώργος "the a.b.boy", ο Γιάννης "o John Selal", ο Νίκος "ο Nick the periplokismenos", ο Αντρέας "ο BlackMilk", ο Γιώργος Κ. "ο George Catcha", η Κατερίνα "Catherine Cross", ο άλλος Γιώργος "the Hummer", ο Γιάννης "ο John Shadow" κι ο Νίκος ο Π... "o Pepper". Αυτοί είμαστε.
   - Να σας ζητήσω μια χάρη; Γίνεται να μου φτιάξετε την αεροσκάφη ή μάλλον τον ανεμιστήρα να λειτουργεί χωρίς μπαταρίες;
   - Μπορούμε αν όμως κι εσύ μας κάνεις κάτι! Επειδή εδώ στην Ψευδωνυμοτουπία δεν έχουμε γιατρό γίνεται να δεις το πόδι του John Selal;
   - ΟΚ ! Πέρασε 1:30 ώρα και βγαίνει ο Γιάννης απ' το σπίτι χωρίς πατερίτσες. Με το που τον βλέπουν οι υπόλοιποι παίρνουν αμέσως τα εργαλεία του Γιώργου και μέσα σε δυο λεπτά έτοιμη για απογείωση η αεροσκάφη!
   - Ευχαριστώ πολύ!
   - Εμείς σ' ευχαριστούμε!
   - Πρέπει να πηγαίνω...Αντίο φίλοι μου!
   - Αντίο!


   Στην πραγματικότητα...
   - Ουάου, μαμά μια ηρωίδα της ιστορίας έχει τ' όνομά σου!
   - Ναι; Ποια;
   - Η Αντιγόνη!
   - Α, ναι; Δεν το πρόσεξα!
   Πετάγεται η Έλενα και η Δάφνη, οι δυο μεγάλες κόρες και...
   - Αφού ρε παιδιά η μαμά μας είναι "το δουδουνάκι" και νονές μας "η Έλενα το καθαρματάκι" και η Δάφνη "η Ντουμίδου"!
   - Τι έξυπνες κόρες που 'χω! Ελάτε να χαιρετήσουμε το κοινό...Πρώτα η Έλενα και η Δάφνη και μετά ο Γιώργος και ο Γιάννης, κι ο Νίκος, κι ο ... και η... και...
Εντάξει! Ξεκινήστε! 
   - Γεια σας!
   - Αντίο!
   - Η σειρά της μαμάς τώρα! Θα τα ξαναπούμε!


       Αντιγόνη "το δουδουνάκι" 
    



Δευτέρα 26 Απριλίου 2010

Ποιος είναι πιο δυνατός; Ο άνθρωπος ή η φύση; Εικόνες από το ηφαίστειο της Ισλανδίας, που για κάμποσες μέρες "παρέλυσε" τον αέρα της Ευρώπης. Εγιαφγιαλαγιοκούλ τ' όνομά του! Για πες το με τη μία...!












Κι αυτό αφιερωμένο εξαιρετικά από την Έλπη

αφιερωμένο εξαιρετικά από την Έλπη!

αφιερωμένο εξαιρετικά από την Έλπη

Σάββατο 17 Απριλίου 2010

Ποια είναι η χώρα μου;


"ΠΟΙΑ ΕΙΝΑΙ Η ΧΩΡΑ ΜΟΥ;"
«Γεννήθηκα τον Απρίλιο του 1981. Εδώ στην Αθήνα. Στο Μαιευτήριο «Αλεξάνδρα»... Οι γονείς μου ήρθαν στην Ελλάδα με σπουδαστική βίζα. Ο μπαμπάς μου σπούδασε Νομικά, η μητέρα μου Οικονομικά. Αν και πήραν πτυχίο, έκαναν δουλειές άσχετες. Ήρθαν από το Λάγκος, την πρωτεύουσα της Νιγηρίας. Δεν έχω πάει ποτέ. Οι εικόνες που έχω είναι από φωτογραφίες των γονέων και το Διαδίκτυο. Μεγάλωσα στην Πλ. Αμερικής. Τότε ήμασταν μόνο δύο οικογένειες Αφρικανών σε όλη τη γειτονιά. Μέναμε στο ισόγειο. Ήταν δύσκολα χρόνια. Θυμάμαι ότι οι γονείς μου ήταν επιφυλακτικοί. Δύσκολα με άφηναν να βγω έξω. Σαν να ήθελαν να με προστατέψουν από κάτι. Κάθε τόσο μου έλεγαν: «Νίκο πρόσεχε, δεν είσαι σαν τα άλλα τα παιδιά. Εσύ είσαι ξένος και αν γίνει καμιά στραβή, εσένα θα κοιτάξουν στραβά». Τεσσάρων χρονών πήγα στο νηπιαγωγείο. Πέρασα καλά γιατί ήμασταν μαζί με τον ξάδελφό μου τον Μανώλη. Είχαμε μια κοινή φίλη, τη Μαργαρίτα. Πολύ όμορφη. Ελληνίδα από μητέρα Ρωσίδα. Ήμασταν οι «ξένοι» του νηπιαγωγείου...

●●● 
ΜΕΧΡΙ έξι χρονών, με τους γονείς μου μιλούσα αγγλικά και γιορουμπά (η γλώσσα της φυλής των γονιών μου). Όταν μπήκα στο δημοτικό σκεφτόμουν πρώτα στα αγγλικά ή στα γιορουμπά και μετά εκφραζόμουν στα ελληνικά. Περνούσα με άνεση από τη μια γλώσσα στην άλλη. Σαν να έμενα σε ένα σπίτι και να περνούσα από το ένα δωμάτιο στο άλλο. Με τους γονείς μου άρχισα να μιλάω συνέχεια ελληνικά κοντά στην εφηβεία. Αγγλικά μιλάγαμε όταν κάναμε κάποια θεωρητική συζήτηση. Γιορουμπά όταν συζητούσαμε τα οικογενειακά ή όταν τσακωνόμασταν. Ελληνικά όταν ήμασταν ευδιάθετοι και χαλαροί. Είμαι τρίγλωσσος λοιπόν. Όχι, τετράγλωσσος. Αργότερα έμαθα και γαλλικά. Αποτελώ, βέβαια, εξαίρεση. Τα περισσότερα παιδιά Νιγηριανών μεταναστών που ξέρω, δεν γνωρίζουν γιορουμπά, επειδή δεν τα χρησιμοποιούν. Έχω κουλτούρα και νοοτροπία ελληνική. Την ίδια στιγμή έχω κρατήσει στοιχεία από την κουλτούρα των γονιών μου. Αυτό με βοηθάει, δεν ξέρω πώς να το εξηγώ, με φέρνει σε μια ισορροπία, συναισθηματικά και πνευματικά. 
●●● 
ΠΗΓΑ στο 605ο Δημοτικό Αθηνών. Στην Πλ. Αμερικής. Εκεί έχασα το κέφι μου. Αρχίζω και καταλαβαίνω ότι «μεγάλε είσαι διαφορετικός». Ήμουν το μόνο παιδί «ξένο» και μαύρο του σχολείου. Τι σημαίνει να νιώθεις διαφορετικός; Με μια φράση σημαίνει να είσαι πάντα στην τσίτα. Γιατί κάποιος θα πει κάτι για το χρώμα ή την καταγωγή σου. Θυμάμαι τον εαυτό μου στο δημοτικό μονίμως στην τσίτα. Ο θυμός ήταν το όπλο μου. Να με φοβάται οποιοσδήποτε προσπαθεί να με προσβάλει ή να με μειώσει. Το δημοτικό ήταν το πιο σκληρό κομμάτι της ζωής μου. Είχα μόνο δυο καλούς δασκάλους. Αν έμαθα κάτι, το οφείλω σε αυτούς. Θυμάμαι και μια κακή δασκάλα. Μας ρώτησε μια μέρα τι θέλουμε να γίνουμε όταν μεγαλώσουμε. Όταν ήρθε η σειρά μου είπα ότι θέλω να γίνω δικηγόρος. Τα παιδιά συνήθως θέλουν να μοιάσουν στον μπαμπά τους. Γέλασε κυνικά και σχολίασε «σιγά μη γίνεις και δικηγόρος». Έχουν περάσει είκοσι χρόνια και το θυμάμαι σαν χθες. 
●●● 
ΣΤΟ ΓΥΜΝΑΣΙΟ απελευθερώθηκα. Πήγα στο 41ο Γυμνάσιο Αθηνών, στην Πλ. Αμερικής.. Εκεί έκανα τις πρώτες πραγματικές παρέες. Άρχισα να «ξεχνάω» πως είμαι διαφορετικός. Όχι γιατί δεν υπήρχαν αυτοί που μου το θύμιζαν. Απλά κατάλαβα ότι κάποιος σε θέλει «διαφορετικό» επειδή θέλει να νιώσει ανώτερος. Είναι ένα παιχνίδι εξουσίας. Τότε εσύ ο «διαφορετικός» πρέπει να τον κοιτάξεις στα μάτια, χωρίς φόβο. Γιατί αύριο θα είσαι πάλι εκεί. Και πρέπει να μην είσαι με χαμηλό το κεφάλι. Πολλές φορές με βοηθούσε και η σωματική μου διάπλαση, ώστε αυτοί που δεν έπαιρναν από λόγια, να με φοβούνται αλλιώς. Ήμουν σκληρός σε όσους ήταν σκληροί μαζί μου. Και έβλεπα ότι έτσι αποκτούσα σεβασμό. Και όταν αποκτάς σεβασμό, αποκτάς και αυτοπεποίθηση... Στο λύκειο βελτιώθηκα θεαματικά στα μαθήματα. Χωρίς να πάω φροντιστήριο φυσικά. Δεν είχα αυτή τη δυνατότητα. Οι γονείς μου έδιναν πολύ μεγάλη σημασία στο σχολείο. Ήθελαν οπωσδήποτε να πάω στο πανεπιστήμιο... 
●●● 
ΜΕΤΑ το λύκειο ήρθε το χαστούκι το μεγάλο. Έδωσα Πανελλήνιες, πέρασα στο ΤΕΙ Αθήνας, Μηχανολογία Ιατρικών Οργάνων. Πέρασα στους πρώτους στη σχολή. Το πρώτο χαστούκι ήρθε όταν άκουγα τους συμμαθητές μου στο λύκειο να λένε: «Εμένα μου ήρθε το χαρτί, εσένα;». Τι είναι αυτό το χαρτί που πάει σε όλους και δεν έρχεται σε μένα, αναρωτιόμουν. Τότε πήγα στον δήμο και τους είπα: «Υπάρχει ένα χαρτί που πάει σε όλους και δεν έρχεται σε μένα». Μου εξήγησαν ότι ήταν το χαρτί για τη στρατιωτική θητεία. Ο υπάλληλος πρόσθεσε: «Εσύ μην περιμένεις χαρτί. Εσείς δεν γράφεστε στα δημοτολόγια». Εμείς, ποιοι είμαστε εμείς, αναρωτήθηκα. Το απώθησα όμως. Δεν ήθελα να το συνειδητοποιήσω και να το δεχτώ. 
●●● 
ΜΙΑ ΜΕΡΑ με σταμάτησαν στον δρόμο. Μου ζήτησαν τα χαρτιά. Δεν είχα. Όλοι οι φίλοι μου είχαν να δείξουν τις ταυτότητές τους. Εγώ τίποτα. Πήγα σπίτι αναστατωμένος. «Εγώ τι έχω να δείξω όταν μου ζητούν χαρτιά;» ρώτησα τους γονείς. Δεν ήξεραν τι να μου απαντήσουν. Το μόνο που μπορούσα να έχω επάνω μου ήταν η ληξιαρχική πράξη γέννησης, από το Μαιευτήριο «Αλεξάνδρα». Ήταν η ταυτότητά μου. Δεν μπορούσα να βγάλω καν νιγηριανό διαβατήριο. Έπρεπε να έχω τουλάχιστον πιστοποιητικό γέννησης. Δεν είχα. Δεν υπήρχε καν πρεσβεία της Νιγηρίας εδώ. Έγινα άπατρις... 
●●● 
ΠΕΡΙΠΛΑΝΗΘΗΚΑ για μήνες. Τελικά κατάφερα να κάνω αίτηση για άδεια παραμονής στο Αλλοδαπών. Όταν πήγα εκεί, οι αστυνομικοί με έβλεπαν σαν να ήμουν εξωγήινος. Πώς είναι δυνατόν και δεν έχεις ελληνική ταυτότητα, μου έλεγαν! Έκανα αίτηση για άδεια παραμονής για ανθρωπιστικούς λόγους. Δεν προβλεπόταν τίποτα άλλο για την περίπτωσή μου. Μου έδωσαν έναν αριθμό πρωτοκόλλου. Χωρίς φωτογραφία, χωρίς όνομα. Αυτό ήμουν για το κράτος. Μέχρι που με σταμάτησαν μια μέρα για εξακρίβωση στοιχείων. Όταν τους έδειξα αυτό το χαρτί με πήγαν στο τμήμα. Στο Ακροπόλεως. Μου είπαν να περιμένω μέχρι να έρθει σήμα από τη Γενική Ασφάλεια. Πέρασε ολόκληρη μέρα και σήμα δεν ήρθε. Ο επόμενος διοικητής είπε να με κλείσουν μέσα. Έπαθα σοκ. Με έκλεισαν στο κελί με άλλους κρατούμενους. Κλεφτρόνια, τσαντάκηδες, τοξικομανείς. Ήμουν 19 χρονών. Ένιωθα φοβισμένος και ταπεινωμένος. 
●●● 
ΤΟ ΑΣΤΕΙΟ της υπόθεσης ήταν ότι υπήρχε ο καλός και ο κακός διοικητής. Όταν ερχόταν ο καλός με έβγαζαν από το κελί και καθόμουν σε ένα γραφείο. Όταν ερχόταν ο κακός με ξανάβαζαν στο κελί. Μέχρι που έπειτα από τρεις μέρες, ο καλός αποφάσισε να πάμε μαζί στη Γενική Ασφάλεια, να βρούμε τον φάκελό μου. Με έβαλαν σε ένα αυτοκίνητο, με συνοδεία, σαν υπόδικος. Θυμάμαι ότι κατεβήκαμε σε ένα υπόγειο και μετά βρεθήκαμε μπροστά σε ένα γραφείο γεμάτο συρτάρια και φακέλους. Έκαναν μόνο πέντε λεπτά να βρουν τον φάκελο! Με άφησαν ελεύθερο. Δεν ξεχνάω ότι ο καλός διοικητής μού ζήτησε συγγνώμη...
●●● 
ΑΥΤΟ ΠΟΥ έγινε, μου άφησε μια τεράστια απογοήτευση. Μου έμεινε κυρίως ο φόβος της αδικίας. Ότι μπορεί να βρεθεί κάποιος πίσω από τα κάγκελα χωρίς να καταλάβει το πώς και το γιατί. Στην ηλικία που κάνεις τα πιο ωραία όνειρα εγώ πάλευα για χαρτιά. Έτρεχα να λύσω το πρόβλημα της άδειας παραμονής για να μη βρεθώ ξανά στο κελί. Πόσες ατελείωτες ώρες, μέρες, εβδομάδες έχω χάσει σε ουρές, δήμους, περιφέρειες. Τελικά την πήρα την κανονική άδεια. Έληξε δέκα μέρες μετά αφού την πήρα! Ξανά ουρές, μέρες χαμένες, ζωή χαμένη. Τι μου έχει μείνει; Η απορία. Γιατί το κάνουν αυτό;
Όλα αυτά μού έκοψαν τα φτερά. Είχα μια κάθετη πτώση στα μαθήματα. Ειδικά από τότε που ήθελα να πάω για Εrasmus. Με δέχτηκαν στο Ντάντι της Σκωτίας και δεν μπορούσα να πάω. Δεν είχα χαρτιά. Από τότε άρχισε αυτό που θα έλεγα «αποξένωση». Έγινα ξένος με το ζόρι. Έπρεπε να ψάξω να βρω τι είμαι. Αυτό συνεχίστηκε και συνεχίζεται ακόμα... Παρ΄ όλα αυτά δεν μασάω και συνεχίζω. Το μέλλον πώς το βλέπω; Σκληρή δουλειά και Κeep walking που λέει και η διαφήμιση... Πώς ένιωσα όταν άκουσα για το καινούργιο νομοσχέδιο; Ότι δεν μπορώ να φέρω πίσω όσα έχασα, αλλά από εδώ και πέρα το μέλλον είναι στα χέρια μου. Ότι μπορώ να προσφέρω στον εαυτό μου. Και στη χώρα μου. Ποια είναι η χώρα μου; Η Ελλάδα φυσικά...»
  

Κουβεντιάζοντας για το ποίημα του Κ. Βάρναλη "Η Μάνα Του Χριστού"

ΖετΟνι: Πριν μας έρθει το ποίημα του Κ. Βάρναλη, στην ανακοίνωση και μόνο του τίτλου του ποιήματος, έκανα τη σκέψη ότι μας περίμενε πάλι κάτι βαρετό. Διαβάζοντάς το και αναλύοντάς το όμως στην τάξη ένιωσα και κατάλαβα ότι πρόκειται για ένα πολύ σημαντικό ποίημα γιατί προσεγγίζει το θείο δράμα από μια άλλη σκοπιά πιο ανθρώπινη.
George, the a.b. boy:  Και η σκοπιά του δημοτικού τραγουδιού είναι πιο ανθρώπινη γιατί "βλέπει" τη σταύρωση του Χριστού μέσα από το μαρτύριό του, καθώς μιλάει για το "πουκάμισο στο αίμα βουτηγμένο", για τον "γυμνό τον ανεμομαλλιάρη"...
 John Selal: ..."όπου φορεί στην κεφαλή αγκάθινο στεφάνι"...Αλλά και η αντίδραση της Παναγίας είναι στα ανθρώπινα μέτρα, και όχι όπως την έχουμε συνηθίσει ως θαυματουργή κλπ. Γκρεμό σκέφτεται να γκρεμιστεί και μαχαίρι δίκοπο να δώσει στην καρδιά της!
Έλενα, "το καθαρματάκι": Γι' αυτό και είναι μεγάλη η συγκίνηση που νιώθουμε και από τα δυο ποιήματα, γιατί και τα δύο μιλούν για έναν πέρα για πέρα άδικο και απάνθρωπο θάνατο που κανείς δεν θα τον άντεχε. Εδώ πρέπει να πάρουμε υπόψη μας τη θεϊκή ιδιότητα του Χριστού που και στα δυο ποιήματα αποσιωπάται...
Δάφνη Ντουμίδου:  Τι άραγε να σημαίνει ο τελευταίος στίχος "...Τριάντα χρόνια παιδί μου δε σ' έμαθα ακόμα!"; Ρωτάω, γιατί νομίζω εδώ βρίσκεται η απάντηση στο πιθανό ερώτημα που θα μπορούσε κάποιος να κάνει για το πώς αντέχεται τόσος πόνος. Αν ο Χριστός δεν είχε σαν αποστολή του τη δημιουργία και τη διάδοση μιας νέας, για την εποχή του, θρησκείας, του Χριστιανισμού, ίσως να μην υπέμενε αυτά τα μαρτύρια και ν΄ακολουθούσε μια κοινή ανθρώπινη μοίρα όπως την φαντάζεται η μητέρα του όταν όλα έχουν τελειώσει.
Catherine Cross: Με δουλειά, γάμο, οικογένεια όπου αυτήν την ανθρώπινη ζωή που θα την έκλεινε ένας θάνατος "μέλι", ένας θάνατος γλυκός μιας και θα συνοδευότανε με "πολλή φύτρα...τέκνα κι αγγόνια", όλα αποκαταστημένα με "...κοπάδι, χωράφι κι αμπέλι...", ακόμα και με "τ' αργαστήρι εκεινού, που την τέχνη σου θέλει".
George Catcha: Όλα αυτά συμβαίνουν την άνοιξη που μόνο στο ποίημα του Κ. Βάρναλη τονίζεται ιδιαίτερα, ενώ στο δημοτικό τραγούδι "Σήμερα μαύρος ουρανός, σήμερα μαύρη μέρα..."
Nick Pepper: Ναι, στο δημοτικό τραγούδι "...όλοι θλίβονται και τα βουνά λυπούνται..."
NicK, "ο περιπλοκισμένος": ...ενώ στο ποίημα του Βάρναλη "...ξεφαντώνουν τ' αηδόνια στα γύρο περβόλια,/ λεϊμονιάς σε κυκλώνει λεπτή μοσκοβόλια..." θυμίζοντας τους στίχους του άλλου δημοτικού τραγουδιού για τον Αθανάσιο Διάκο "για δες καιρό που διάλεξε ο Χάρος να με πάρει..."
ΖετΟνι: Και από την αντίθεση με την άνοιξη ίσως να αυξάνει και η συγκίνηση του ποιήματος...
Όλιβ Στεργίου: ...που εγώ παιδιά, λέω, ότι διαβάζοντας το ποίημα, αναρωτιέμαι δηλαδή, μπορεί άραγε κανείς να νιώσει το δράμα της Παναγίας, να συγκινηθεί δηλαδή βαθιά μέσα του; Εγώ δεν μπορώ να νιώσω κάτι απ' αυτό το δράμα, αφού δεν έχω γίνει ακόμα μάνα...
Περιορίζομαι λοιπόν στις διαφορές και στις ομοιότητες ανάμεσα στα δύο ποιήματα: Στο δημοτικό τραγούδι, η δράση γίνεται μέσα στην εβδομάδα των Παθών με τελευταία εικόνα την Παναγία μπροστά στον σταυρό με τον σταυρωμένο Χριστό, που ακόμα δεν έχει πεθάνει. Ενώ στο ποίημα όλα έχουν τελειώσει, όπως είπε και η Δάφνη, και πιθανόν η Παναγία βρίσκεται μπροστά στον τάφο του γιού της και μονολογεί, κάποια μέρα από τις τρεις που ο Χριστός έμεινε θαμμένος εκεί, πριν την ανάστασή του. Ομοιότητα και για τα δύο ποιήματα είναι, θα μπορούσε κανείς να πει, η γλώσσα που σήμερα δεν χρησιμοποιούμε.
Έλπη: Και για μεν το δημοτικό τραγούδι το ότι η γλώσσα του είναι διαφορετική από αυτή μιλάμε εμείς σήμερα είναι κατανοητό, μιας και είναι κοινό χαρακτηριστικό όλων των δημοτικών τραγουδιών. Στο ποίημα του Βάρναλη όμως η γλώσσα του μου κάνει εντύπωση. Άλλη διαφορά που εύκολα διακρίνει κανείς είναι ότι στο "Μοιρολόγι της Παναγίας" ο ανώνυμος ποιητής ακολουθεί τη σειρά των γεγονότων της Μ. Εβδομάδας, ενώ ο Βάρναλης δεν "αισθάνεται" την ανάγκη να κάνει κάτι ανάλογο, αφού στο ποίημά του τα Πάθη έχουν τελειώσει και η "δράση" του ποιήματος γίνεται μάλλον μπροστά στον τάφο του Ιησού. 
Ούτως ή άλλως και στα δύο ποιήματα η λύπη της Παναγίας είναι πολύ μεγάλη, αλλά στη "Μάνα του Χριστού" θρηνώντας το τέλος, ο άδικος χαμός του παιδιού της την οδηγεί να φανερώσει τα όνειρά της για μια "ανθρώπινη" μοίρα του Θεανθρώπου που συνειδητοποιεί στο κλείσιμο του ποιήματος ότι - γι' αυτόν το Γιο - θα ήταν αταίριαστη και αδύνατη.